Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2008

Θεωρίες για την κρίση

Με τον όρο οικονομική κρίση εννοείται μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από την παρατεταμένη πτώση του ποσοστού κέρδους, τη μείωση των επενδύσεων, την αύξηση της ανεργίας και τη μείωση της ζήτησης. Η μειωμένη ζήτηση, με τη σειρά της προκαλεί περαιτέρω μείωση των κερδών, ή και ζημίες στις επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα να αναπαράγεται μια καθοδική κίνηση σε όλα τα μεγέθη που σχετίζονται με την οικονομική δραστηριότητα (επενδύσεις, κέρδη, ζήτηση, απασχόληση). Μια αύξηση των επιτοκίων δανεισμού λόγω της αυξανόμενης ζήτησης χρήματος από την πλευρά των επιχειρήσεων που πιέζονται να ανταπεξέλθουν στις υποχερώσεις τους, λειτουργεί επίσης ανασταλτικά ως προς τις επενδύσις και οξύνει την κρίση.
Πριν προχωρήσουμε στα ερμηνευτικά σχήματα των οικονομικών κρίσεων που έχουν προταθεί στα πλαίσια της μαρξιστικής σκέψης, καλό είναι να ορίσουμε τα μεγέθη εκείνα που εκφράζουν το ύψος της παραγόμενης αξίας και το ποσοστό κέρδους.

Ι. Ορισμοί μερικών βασικών μεγεθών

Η νέα (προστιθέμενη) αξία Υ που δημιουργείται σε έναν παραγωγικό κύκλο, συνδέεται με την αξία V της εργατικής δύναμης (χρηματική έκφραση: εργατικός μισθός) και με την αποσπώμενη υπεραξία S (χρηματική έκφραση: μη παραγωγικοί μισθοί + κέρδος), μέσω της σχέσης:

Υ = V + S (1)

Μέρος της αποσπώμενης υπεραξίας S αφενός καρπώνεται ως καθαρό κέρδος Ρ από τον καπιταλιστή και αφετέρου διανέμεται, ως αξία U, σε μη παραγωγικούς μισθούς για τη συντήρηση οργάνων αναπαραγωγής της ταξικής κυριαρχίας (μισθοί στρατιωτικών, αστυνομικών κλπ). Ισχύει επομένως ότι:

S = Ρ + U (2)

Και το σύνολο των μισθών W, για παραγωγική και για μη παραγωγική εργασία, είναι:

W = V + U (3)

Τώρα θα ορίσουμε τρία μεγέθη που εμφανίζονται συχνά στις θεωρίες των κρίσεων: την παραγωγικότητα της εργασίας y, το ποσοστό υπεραξίας r και το ποσοστό κέρδους ρ.
Η παραγωγικότητα της εργασίας ορίζεται ως το πηλίκο του όγκου της παραγωγής Q (νοούμενη ως ποσότητα προϊόντων ή ως χρηματική τιμή αυτών) προς τον αριθμό των εργατοωρών L που δαπανήθηκαν για την παραγωγή τους, δηλαδή:

y = Q / L (4)

Το ποσοστό υπεραξίας r είναι το πηλίκο υπεραξίας προς αξία εργατικής δύναμης, δηλαδή:

r = S / V (5)

Το ποσοστό κέρδους ρ είναι το πηλίκο υπεραξίας προς το συνολικό κεφάλαιο που επενδύθηκε. Το επενδυθέν κεφάλαιο είναι η αξία μηχανολογικού εξοπλισμού c συν την αξία της εργατικής δύναμης V. Αυτό εκφράζεται ως:

ρ = S / (c + V) (6)

Η παραπάνω σχέση ισχύει αν θεωρήσουμε αμελητέο το U (μη παραγωγικοί μισθοί). Αν το U ληφθεί υπόψη, τότε το S στον αριθμητή αντικαθίσταται από το Ρ.
Διαιρώντας κατά μέλη με V τη σχέση (6), βρίσκουμε τελικά ότι:

ρ = r / (g + 1) (7)

όπου g είναι η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου, που ορίζεται ως:

g = c / V (8)

και εκφράζει το βαθμό εκμηχάνισης της παραγωγής.
Τέλος, αποδεικνύεται ότι το ποσοστό υπεραξίας r συνδέεται με την παραγωγικότητα y μέσω της σχέσης:

r = y / (V/L) – 1 (9)

Το V/L είναι το κόστος της εργατικής δύναμης ανά εργατοώρα και, σε χρηματική τιμή, ο ωριαίος μισθός.
Στα μεγέθη y, r και ρ εκφράζεται το πώς διανέμεται ο παραγόμενος πλούτος και, σε τελευταία ανάλυση, ο ταξικός συσχετισμός δύναμης. Μεγάλες τιμές των ρ και r, για παράδειγμα, μπορούν να σημαίνουν χαμηλούς εργατικούς μισθούς ή έντονη εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης. Ένα μεγάλο y μπορεί να σημαίνει χαμηλούς μισθούς ή υψηλή αυτοματοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας, που με τη σειρά της υποδηλώνει μεγάλες επενδύσεις κεφαλαίου σε μηχανολογικό εξοπλισμό και, ακόμα, απολύσεις προσωπικού και ανεργία.
Έχοντας ορίσει τα παραπάνω μεγέθη, θα μπούμε στο κυρίως θέμα, που είναι οι θεωρίες για τις οικονομικές κρίσεις.

ΙΙ. Ερμηνευτικά σχήματα για τις οικονομικές κρίσεις

Στο ερώτημα για το ποιά είναι η αιτία των οικονομικών κρίσεων, έχουν προταθεί τρία ερμηνευτικά σχήματα από την οπτική της μαρξιστικής σκέψης: α) συμπίεση κερδών λόγω αύξησης μισθών, β) πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους λόγω μηχανοποίησης της παραγωγής και γ) υποκατανάλωση λόγω χαμηλών εργατικών εισοδημάτων.

ΙΙ.α. Συμπίεση κερδών λόγω αύξησης μισθών

Για σταθερό ύψος προστιθέμενης αξίας Υ, μια αύξηση του εργατικού εισοδήματος V επιφέρει μείωση της αποσπώμενης υπεραξίας, όπως μπορεί κανείς να δει από τη σχέση (1). Επομένως, αν δεν αλλάξει το σταθερό κεφάλαιο c, τότε, με βάση τη σχέση (6), αναμένεται πτώση (συμπίεση) του ποσοστού κέρδους. Και το ποσοστό κέρδους μπορεί ακόμα και να μηδενιστεί, ή να μετατραπεί σε ζημία, αν το V αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε ο ωριαίος εργατικός μισθός να υπερβεί την παραγωγικότητα της εργασίας, οπότε το ποσοστό υπεραξίας γίνεται αρνητικό (βλ. σχέση (9)), που σημαίνει αρνητική υπεραξία, δηλαδή ζημίες για τον καπιταλιστή. Σε μια τέτοια περίπτωση επέρχεται κρίση, με τα συμπτώματα που περιγράψαμε παραπάνω. Μια μεγάλη αύξηση των εργατικών μισθών μπορεί να επέλθει ως αποτέλεσμα των εργατικών αγώνων, οι οποίοι ευνοούνται σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης, ή αλλιώς αυξημένης ζήτησης εργατικών χεριών από πλευράς κεφαλαίου.
Το ερμηνευτικό αυτό σχήμα των κρίσεων συχνά παραπέμπει σε μια αντίληψη περί κυκλικότητας των καπιταλιστικών κρίσεων. Πιο συγκεκριμένα, στη φάση της κεφαλαιακής συσσώρευσης προβλέπονται μεγάλα κέρδη, αυξημένη ή και πλήρης απασχόληση, και αυξητική τάση μισθών. Όταν οι μισθοί αυξηθούν σε τέτοιο βαθμό ώστε η παραγωγική επένδυση να είναι ασύμφορη, επέρχονται η μείωση των επενδύσεων, της παραγωγής και της απασχόλησης, καθώς και η μείωση των μισθών. Και όταν πια ο εργατικός μισθός «πατώσει», τότε, με βάση τη σχέση (6), το ποσοστό κέρδους γίνεται πάλι υψηλό, οπότε οι συνθήκες είναι ευνοϊκές για έναν νέο κύκλο επενδύσεων και κεφαλαιακής συσσώρευσης.
Η οικονομική ύφεση των μέσων της δεκαετίας του’ 70, ερμηνεύτηκε από ορισμένους μαρξιστές οικονομολόγους με βάση το ερμηνευτικό σχήμα της συμπίεσης κερδών λόγω αύξησης των εργατικών εισοδημάτων κατά τη δεκαετία του’60. Ακολουθώντας την ίδια γραμμή σκέψης, ο Βαλερστάιν θεωρεί ότι η σημερινή παγκοσμιοποιημένη καπιταλιστική οικονομία βρίσκεται σε συστημική κρίση λόγων των παρακάτω τριών αιτιών που συμπιέζουν την κερδοφορία του κεφαλαίου: 1) άνοδος των τιμών των πρώτων υλών, 2) άνοδος των μισθών κυρίως στις μη ανεπτυγμένες καπιαλιστικές οικονομίες λόγω εξάντλησης των περιοχών όπου το κεφάλαιο μπορεί να βρει εργατική δύναμη με χαμηλό κόστος και 3) αύξηση των κοινωνικών δαπανών άρα και των φόρων για να διατηρείται η πολιτική σταθερότητα.
Υπάρχουν όμως άλλοι που βρίσκουν κάπως ενοχλητικό αυτό το ερμηνευτικό σχήμα, διότι φαίνεται να παραπέμπει σε μια λογική του τύπου «όποιος απεργεί προκαλεί οικονομική κρίση και ανεργία, άρα καλύτερα να καθήσει στα αυγά του». Εξ άλλου, η αύξηση της παραγωγικότητας ως αποτέλεσμα της εισαγωγής νέων τεχνολογιών, που δεν λαμβάνεται υπόψη σε αυτήν την προσέγγιση των αιτίων των κρίσεων, μπορεί να αυξήσει την παραγωγικότητα της εργασίας σε αρκετά μεγάλο βαθμό ώστε να υπερκεραστεί η ανοδική τάση των εργατικών μισθών και να παραμείνει το r θετικό (βλ. σχέση (9)), οπότε αποσπάται υπεραξία και εξασφαλίζεται ένα ικανοποιητικό ποσοστό κέρδους.
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να δούμε το ρόλο της τεχνολογίας στην παραγωγή και να εξετάσουμε το δεύτερο ερμηνευτικό σχήμα για τις οικονομικές κρίσεις.

ΙΙ.β. Πτωτική τάση ποσοστού κέρδους λόγω εκμηχάνισης της παραγωγικής διαδικασίας

Για να γίνει η καπιταλιστική επιχείρηση ανταγωνιστική και να κερδίσι αγορές, χρειάζεται την τεχνολογική καινοτομία, που θα της επιτρέψει να αυξήσει την παραγωγικότητα και να μειώσει το κόστος των προϊόντων. Αξιοποίηση της τεχνολογικής καινοτομίας σημαίνει πρόσθετες δαπάνες για αγορά τεχνολογικού εξοπλισμού, άρα αυξηση του σταθερού κεφαλαίου και, με βάση τη σχέση (8), αύξηση της οργανικής σύνθεσης g. Αυτή η αύξηση των δαπανών μπορεί ωστόσο να οδηγήσει, βραχυπρόθεσμα, σε αυξημένα κέρδη λόγω αύξησης της παραγωγικότητας y. Ωστόσο η μοίρα της τεχνολογίας είναι να διαχέεται και να γίνεται κτήμα όλο και περισσότερων επιχειρηματιών. Αυτό σημαίνει ότι η επιχείρηση που πρώτη επωφελήθηκε από τη νέα τεχνολογία, αναμένεται να χάσει το πλεονέκτημα σε βάθος χρόνου, να χάσει επομένως μερίδιο της αγοράς, με αποτέλεσμα να μειωθεί το ποσό της αποσπώμενης υπεραξίας S που μετατρέπεται σε κέρδος. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την αύξηση του c οδηγεί στη μείωση του ποσοστού κέρδους ρ, όπως φαίνεται από τη σχέση (6). Η μείωση αυτή μπορεί να είναι μεγαλύτερη, αν αυξηθούν τα έξοδα U για μη παραγωγικές εργασίες (εποπτεία της παραγωγικής διαδικασίας), οπότε μειώνεται ακόμα περισσότερο το καθαρό κέρδος Ρ (βλ. σχέση (2)). Αν είναι έτσι τα πράγματα, τότε η μακροπρόθεσμη τάση της καπιταλιστικής οικονομίας είναι η μείωση των ποσοστών κέρδους, ή και του συνολικού ύψους κερδών, λόγω αύξησης του σταθερού κεφαλαίου. Υπάρχει βέβαια και ο αντίλογος, ότι η συνεχής τεχνολογική καινοτομία μπορεί να διατηρήσει υψηλά ποσοστά κέρδους. Εν πάση περιπτώσει, το κριτήριο για το κατά πόσον οι δαπάνες σε μηχανικό εξοπλισμό οδηγούν σε ικανοποιητικά ποσοστά κέρδους, είναι το κατά πόσον ο ρυθμός αύξησης του y οδηγεί, με βάση τη σχέση (9), σε ρυθμό αύξησης του ποσοστού υπεραξίας r μεγαλύτερο του ρυθμού αύξησης του g. Σε αυτήν την περίπτωση, το ποσοστό κέρδους αυξάνεται, όπως δείχνει η σχέση (7). Στην αντίθετη περίπτωση, αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου προκαλεί μείωση του ποσοστού κέρδους.
Έχει υποστηριχτεί η θέση ότι η παρατεταμένη κρίση της τελευταίας τριακονταπενταετίας, τον παροξυσμό της οποίας βιώνουμε τους τελευταίους μήνες, οφείλεται στην πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους λόγω αύξησης της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου. Αυτή η πτώση έστρεψε τους καπιταλιστές σε κερδοσκοπικές δραστηριότητες, με τις γνωστές για τον πολύ κόσμο δυσάρεστες συνέπειες.
Οι θεωρίες συμπίεσης κερδών λόγω αύξησης μισθών και πτωτικής τάσης ποσοστού κέρδους λόγω αύξησης της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου, μπορούν να συνδυαστούν σε μια ενιαία θεωρία πτώσης του ποσοστού κέρδους. Σύμφωνα με αυτήν την προσέγγιση, στην ανοδική φάση της καπιταλιστικής συσσώρευσης, οι μισθοί αυξάνονται, οπότε οι καπιταλιστές καταφεύγουν στην τεχνολογική καινοτομία, αυξάνοντας έτσι την οργανική σύνθεση του κεφαλαίου. Αυτό αυξάνει τα ποσοστά κέρδους, λειτουργεί ανασταλτικά ως προς το συνολικό ύψος των μισθών και την απασχόληση και παράγει έναν εφεδρικό στρατό ανέργων που τείνουν να κρατήσουν χαμηλά τους μισθούς. Όσο υπάρχουν περιθώρια αύξησης της παραγωγής και απορρόφησής της, τα κέρδη παραμένουν ικανοποιητικά αλλά και οι μισθοί έχουν περιθώρια ανόδου, στο βαθμό που η νέα τεχνολογία δεν ενσωματώνεται άμεσα στην παραγωγή, αλλά και στο βαθμό που παράγονται νέες θέσεις εργασίας στους τομείς παραγωγής μηχανημάτων. Όταν όμως δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια για προσοδοφόρα αύξηση της παραγωγής, τότε τα ποσοστά κέρδους μειώνονται, οι επενδύσεις σταματούν, η ανεργία αυξάνεται και οι εργατικοί μισθοί μειώνονται, οπότε εκδηλώνεται η οικονομική κρίση, μέχρις ότου εμφανιστούν ξανά προοπτικές για κέρδη.

ΙΙ.γ. Υποκατανάλωση λόγω χαμηλού εργατικού εισοδήματος

Στη δεκαετία του’30, ο καπιταλισμός πέρασε μια βαθειά κρίση, με την ανεργία και την ανέχεια να μαστίζουν μεγάλες μερίδες του κόσμου. Η εξήγηση που δόθηκε ήταν ότι λόγω των χαμηλών μισθών η παραγωγή δεν μπορούσε να απορροφηθεί, οπότε οι επιχειρήσεις δεν είχαν κίνητρο να επενδύσουν και σταμάτησαν τις εργασίες τους. Σε αυτήν τη γραμμή σκέψης κινήθηκε η κεϋνσιανή θεωρία για το ρόλο της ζήτησης στην οικονομική ανάπτυξη. Ανάλογος προβληματισμός διατυπώθηκε και από μαρξιστές οικονομολόγους, που έβλεπαν την κρίση ως αποτέλεσμα της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης, η αμοιβή της οποίας είναι περιορισμένη σε σχέση με την αξία που παράγει, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα κενό ζήτησης και να μην απορροφάται το σύνολο της παραγωγής αγαθών. Με άλλα λόγια, δημιουργείται μια κατάσταση ανισορροπίας μεταξύ της σφαίρας της παραγωγής και της σφαίρας της κυκλοφορίας. Σε αυτά τα πλαίσια κινείται και η θεωρία της στασιμότητας των Μπάραν και Σουήζυ, οι οποίοι εστιάζουν στη μονοπωλιακή διάρθρωση της προχωρημένης καπιταλιστικής οικονομίας και στην πλεονεκτική θέση του μονοπωλιακού κεφαλαίου απέναντι στην εργατική τάξη. Το μονοπώλιο έχει τη δυνατότητα να διαμορφώνει την τιμή ανά μονάδα προϊόντος σε υψηλότερο επίπεδο σε σχέση με την τιμή που διαμορφώνεται σε συνθήκες ανταγωνισμού. Από την άλλη πλευρά, λόγω περιορισμένης ζήτησης, μεγάλο μέρος του συσσωρευμένου κεφαλαίου δεν μπορεί να διοχετευτεί στην παραγωγή και να απορροφηθεί από την κατανάλωση. Για να κρατήσουν τις τιμές σε υψηλά επίπεδα, τα μονοπώλια επιλέγουν να μειώσουν το παραγωγικό τους δυναμικό και αυτή η πρακτική, όταν δεν οδηγεί σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις (οικονομικό κραχ), έχει ως συνέπεια την οικονομική στασιμότητα, με περιορισμένη επενδυτική δραστηριότητα, χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και ανεργία. Αυτές οι θεωρίες υποκατανάλωσης όπως λέγονται, έχουν υποστεί έντονη κριτική από μαρξιστική σκοπιά, γιατί αφενός απομακρύνονται από το νόμο της αξίας και από την οπτική της παραγωγής εστιάζοντας προς την πλευρά της ζήτησης, και αφετέρου γιατί «βγάζουν» μια απαισιοδοξία ως προς τη δυνατότητα της εργατικής τάξης να παρέμβει στη διανομή της παραγόμενης αξίας και να διεκδικήσει μεγαλύτερο μερίδιο. Ωστόσο, η θεωρία της στασιμότητας των Μπάραν και Σουήζυ υπήρξε προφητική ως προς τη ροπή του καπιταλισμού προς την κρίση και την ύφεση, καθώς διατυπώθηκε στα μέσα της δεκαετίας του’60, σε μια εποχή σχετικής ευμάρειας, όταν το κυρίαρχο ρεύμα οικονομικής σκέψης υποστήριζε ότι ο καπιταλισμός είχε τάχα ξεπεράσει τις κρίσεις του και δεν έβλεπε αυτό που επακολούθησε από το’70 και μετά.

ΙΙΙ. Συμπεράσματα-συζήτηση

Θα πρέπει να γίνει σαφές ότι δεν υπάρχει, στα πλαίσια της μαρξιστικής σκέψης, ένα και μόνο ερμηνευτικό σχήμα που να εξηγεί όλες τις κρίσεις και να «θεραπεύει πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν». Έχουν διατυπωθεί διάφορες θεωρίες της κρίσης, που δεν είναι κατ’ανάγκην ασύμβατες μεταξύ τους και μπορούν, κατά τη γνώμη μου, να συνδυαστούν. Είδαμε για παράδειγμα πώς μπορούν να συνδυαστούν οι δυο πρώτες (ΙΙα και ΙΙβ) ώστε να ερμηνεύσουν την πτώση του ποσοστού κέρδους, που είναι το βασικό σύμπτωμα της οικονομικής κρίσης. Ο ίδιος ο Μαρξ είναι αυτός που πρώτος δούλεψε τα δυο αυτά ερμηνευτικά σχήματα. Θα πρέπει μάλιστα να αναφερθεί ότι στην πρώιμη φάση της σκέψης του έβλεπε τις κρίσεις να επαναλαμβάνονται περιοδικά, να είναι δηλαδή κυκλικές κρίσεις. Αργότερα εστίασε στην άνοδο της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου και στην εξ αυτής συνεπαγόμενη πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους, με μακροπρόθεσμους όρους. Οι θεωρίες κρίσης υποκατανάλωσης εμφανίστηκαν αργότερα, από το 1930 και μετά.
Από την άλλη πλευρά, πιστεύω ότι η θεωρία της στασιμότητας σε συνθήκες μονοπώλησης της παραγωγής είναι συμβατή με τη θεωρία της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους λόγω εκμηχάνισης της παραγωγικής διαδικασίας. Η εκμηχάνιση απαιτεί υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίου και αυτό σημαίνει συγχώνευση επιχειρήσεων ή κλείσιμο των μικρών, επομένως σχηματισμό μονοπωλίων. Το μονοπώλιο μπορεί να διαμορφώσει τις τιμές των προϊόντων σε υψηλότερα επίπεδα, αντιμετωπίζοντας σε κάποιο βαθμό το πρόβλημα της μείωσης κερδών λόγω αύξησης τρης οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου, με τίμημα όμως τη χαμηλή ζήτηση, τη χαμηλή απορροφητικότητα και τη στασιμότητα.
Και τα τρία ερμηνευτικά σχήματα στηρίζονται πάντως στη διανομή της παραγόμενης αξίας μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου. Και ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η διανομή καθορίζεται από τους συσχετισμούς δύναμης μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου, δηλαδή από την εξέλιξη της ταξικής πάλης. Η εκμηχάνιση της παραγωγής και η συνεπαγόμενη αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου, μπορούν να ειδωθούν ως επιλογή του καπιταλιστή να μειώσει το κόστος παραγωγής των εμπορευμάτων του και να περιορίσει την ισχύ του εργατικού κινήματος, δημιουργώντας έναν εφεδρικό στρατό ανέργων.
Παράγοντες όπως η αύξηση των πρώτων υλών ή η αχαλίνωτη κερδοσκοπία του χρηματιστικού κεφαλαίου, ασφαλώς οξύνουν μια οικονομική κρίση, χωρίς όμως να την προκαλούν από μόνες τους. Σύμφωνα με τη μαρξιστική προσέγγιση των κρίσεων, η βαθύτερη αιτία βρίσκεται στην ίδια τη διαδικασία κεφαλαιακής συσσώρευσης, και στην αντίθεση των δυο βασικών παραγόντων που εμπλέκονται σ’αυτήν (εργασία και κεφάλαιο).







Κυριακή 31 Αυγούστου 2008

Ένα άρθρο για τη διατροφική κρίση

ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

Τον περασμένο Ιούνιο, στο σούπερ μάρκετ της γειτονιάς μου, τα φρικιά έκαναν έφοδο, απαλλοτρίωσαν τρόφιμα και άλλα είδη και τα μοίρασαν στους περαστικούς. Η κίνηση αυτή έτυχε ευμενούς αποδοχής απ’τον κόσμο, καθώς υπάρχει μεγάλη δυσφορία για τις ιδιαίτερα μεγάλες αυξήσεις στις τιμές των τροφίμων, που σημειώθηκαν κατά την τελευταία χρονιά.
Αλλού η κατάσταση είναι πολύ πιο δύσκολη, ως τραγική. Στην Αϊτή για παράδειγμα, πολλοί άνθρωποι τρώνε αποξηραμένο χώμα, για να ξεγελάσουν την πείνα τους και να προσλάβουν κάποια θρεπτικά συστατικά από το λίγο χόρτο και τα άλατα που υπάρχουν μέσα στο χώμα.
Η άνοδος στις τιμές των τροφίμων έχει πλήξει όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου, με διαφοροποιημένη βέβαια ένταση. Και αναδεικνύει ένα χρόνιο πρόβλημα, που ποτέ δεν έπαψε να υπάρχει, έστω και αν δεν συζητιόταν τόσο έντονα πριν από λίγα χρόνια: περίπου το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού λιμοκτονεί ή υποσιτίζεται, με την έννοια ότι δεν εξασφαλίζει μια πλήρως θρεπτική τροφή.
Αυτή η διατροφική κρίση, που εξελίσσεται εδώ και δεκαετίες και που την τελευταία χρονιά εκδηλώθηκε πιο οξυμένα και χτύπησε την πόρτα των πλούσιων χωρών, είναι το αντικείμενο του παρόντος άρθρου. Πριν όμως προχωρήσουμε στην εξέταση των αιτιών και στην εκτίμηση των προοπτικών που διαγράφονται, καλό είναι να επισημάνουμε ότι η κρίση αυτή δεν έχει να κάνει με την περιορισμένη παραγωγή τροφίμων. Όλα αυτά τα χρόνια που ο μισός πληθυσμός υποσιτίζεται, η παγκόσμια αγροτική παραγωγή επαρκεί για την κάλυψη των διατροφικών αναγκών όλου του κόσμου. Αυτό ισχύει κατά βάση ακόμα και για την τελευταία διετία, με την έννοια ότι ναι μεν ανέκυψαν παράγοντες που μείωσαν κάπως το ύψος της παραγωγής και αύξησαν την τιμή των τροφίμων, όμως αυτό δεν δικαιολογεί των υποσιτισμό δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Προς επίρρωση αυτού του ισχυρισμού, αρκεί να αναφέρουμε ότι το 2006 στις ΗΠΑ, που έχουν πάντα πλεονασματική αγροτική παραγωγή, 35 εκατομμύρια άνθρωποι (πάνω από το 10% του πληθυσμού της χώρας) δεν είχαν εξασφαλισμένη τροφή.
Η ρίζα του κακού εντοπίζεται στο ότι στην παγκοσμιοποιημένη ελεύθερη οικονομία, η τροφή είναι ένα εμπορεύσιμο προϊόν που η τιμή του διαμορφώνεται μέσω των μηχανισμών της αγοράς, όπως συμβαίνει και με τόσα άλλα είδη. Με άλλα λόγια, όποιος μπορεί να αγοράσει τρώει, όποιος δεν έχει οικονομικούς πόρους πεινάει. Τόσο απλό στη σύλληψή του, αλλά και τόσο τραγικό στις συνέπειές του. Αξίζει ωστόσο να μελετηθούν οι τάσεις που διαμορφώνουν την έκταση και την ένταση της διατροφικής κρίσης. Και κάποιες από τις τάσεις αυτές είναι μακροχρόνιες, ενώ κάποιες άλλες είναι βραχυχρόνιες, με την έννοια ότι εκδηλώθηκαν πρόσφατα και όξυναν το ήδη υπάρχον πρόβλημα.

Βραχυχρόνιες τάσεις της διατροφικής κρίσης

Τα τελευταία δυο χρόνια έχουν αυξηθεί απότομα οι τιμές βασικών ειδών διατροφής, όπως του καλαμποκιού, του σιταριού, της σόγιας, του ρυζιού και του ελαιόλαδου, καθώς και πολλών άλλων τροφίμων.
Ένας πρώτος παράγοντας αύξησης των τιμών των ειδών διατροφής είναι η αυξημένη τιμή του πετρελαίου, που επηρεάζει την αγροτική παραγωγή με δυο τρόπους: αφενός, η παραγωγή και διακίνηση πολλών αγροτικών προϊόντων βασίζεται στο πετρέλαιο, οπότε το κόστος τους αυξάνεται με την τιμή του «μαύρου χρυσού». Αφετέρου, ένα σημαντικό μέρος της παραγωγής καλαμποκιού, σόγιας και φοινικέλαιου αξιοποιείται πια στην παραγωγή βιοκαυσίμων, που προβάλλει ως εναλλακτική λύση απέναντι στο πετρέλαιο. Και βέβαια υπάρχουν πολλές αμφιβολίες και ενστάσεις για την αποτελεσματικότητα μιας τέτοιας επιλογής απέναντι στο ενεργειακό πρόβλημα, που δεν είναι του παρόντος να συζητηθούν, η ουσία όμως είναι ότι εξαιτίας της παραγωγής βιοκαυσίμων μειώνεται η προσφορά βασικών αγροτικών προϊόντων, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η τιμή τους.
Ένας δεύτερος παράγοντας ακρίβειας στα τρόφιμα είναι η αύξηση της ζήτησης κρέατος από τα οικονομικά αναβαθμιζόμενα και επεκτεινόμενα μεσοστρώματα σε Ινδία και Κίνα. Για να καλυφθεί η ζήτηση αυξήθηκαν οι ποσότητες δημητριακών που διοχετεύονται στην παραγωγή ζωοτροφών, με αποτέλεσμα να μειώνεται η προσφορά βασικών προϊόντων διατροφής, όπως του καλαμποκιού και της σόγιας. Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθεί ότι για την παραγωγή 1000 θερμίδων χοιρινού κρέατος χρειάζονται 10.000 θερμίδες ζωοτροφών για την εκτροφή του χοίρου. Οι αγελάδες, για τις ίδιες θερμίδες πατραγόμενου κρέατος, χρειάζονται ακόμα μεγαλύτερη ποσότητα ζωοτροφών, ισοδύναμη με 16.000 θερμίδες. Είναι λοιπόν μεγάλες οι ποσότητες δημητριακών που χρειάζονται για την παραγωγή κρέατος και αυτό αυξάνει σημαντικά τη ζήτηση, άρα και τις τιμές αυτών των βασικών ειδών διατροφής.
Ένας τρίτος παράγοντας αύξησης της τιμής των τροφίμων είναι το ότι χώρες που μέχρι πρόσφατα ήταν αυτάρκεις σε τρόφιμα, όπως η Κίνα και η Ινδία (πολλοί άνθρωποι πεινούσαν αλλά αυτό είναι άλλο θέμα) τώρα μετατρέπονται σε εισαγωγείς τροφίμων, εξαιτίας της ταχύρυθμης οικονομικής ανάπτυξης και των αλλαγών στη χρήση γης, που μειώνουν τις διαθέσιμες εκτάσεις για παραγωγή τροφίμων. Μειώνεται λοιπόν η έκταση της καλλιεργήσιμης γης, ενώ η αποδοτικότητα στην παραγωγή ρυζιού παραμένει σταθερή κατά την τελευταία δεκαετία, με αποτέλεσμα να μειώνεται η παραγόμενη ποσότητα βασικών ειδών διατροφής.
Κάποια δυσμενή καιρικά φαινόμενα της τελευταίας διετίας (ξηρασία στην Αυστραλία και στην Κίνα, καταστρεπτικός τυφώνας στο Μπαγκλαντές), επίσης συνέβαλαν σε κάποιο βαθμό στη μείωση του όγκου της αγροτικής παραγωγής και συντέλεσαν στο να διατηρηθούν οι τιμές σε υψηλά επίπεδα. Τα φαινόμενα αυτά είναι πιθανό να ωφείλονται στην κλιματική αλλαγή, οπότε υπάρχει κίνδυνος να εμφανίζονται πιο συχνά στο μέλλον, με όλες τις αρνητικές συνέπειες που συνεπάγεται κάτι τέτοιο.
Η χρηματοπιστωτική κρίση που πλήττει τις ΗΠΑ εδώ και ένα χρόνο, ώθησε τους κερδοσκόπους των χρηματιστηρίων εμπορευμάτων να επενδύσουν σε αγροτικά προϊόντα και ορυκτούς πόρους, εκτιμώντας ότι εκεί υπάρχουν περιθώρια κέρδους. Αυτή η κερδοσκοπική δραστηριότητα ανέβασε απότομα τις τιμές βασικών ειδών διατροφής και πετρελαίου. Πολλοί πιστεύουν ότι είναι ζήτημα χρόνου να σπάσει η χρηματιστηριακή φούσκα (μερικοί εκτιμούν ότι αυτό ήδη έγινε με το πετρέλαιο) και να πέσουν οι τιμές. Όμως και έτσι να εξελιχθούν τα πράγματα, στο βαθμό που οι πολυεθνικές εταιρίες και τα καρτέλ των κουμπάρων ελέγχουν το κύκλωμα παραγωγής και διακίνησης αγροτικών προϊόντων, θα έχουν τη δυνατότητα να διαμορφώνουν μονοπωλιακά τις τιμές και να τις κρατούν σε υψηλά επίπεδα.
Τέλος, ένας παράγοντας ήσσονος σημασίας είναι και η υπεραλίευση ψαριών των ωκεανών (όπως γίνεται και στο Αιγαίο), που έχει ως αποτέλεσμα να μειωθεί ο πληθυσμός πολλών ειδών και να ακριβήνει μια τροφή πλούσια σε πρωτεϊνες, που μέχρι τώρα ήταν μια καλή λύση για τους φτωχούς που δεν μπορούσαν να αγοράσουν κρέας.
Οι παράγοντες αυτοί εκδηλώθηκαν τα τελευταία μόλις χρόνια, συντέλεσαν στην απότομη αύξηση των τιμών των αγροτικών προϊόντων και συνιστούν τη βραχυχρόνια εξελικτική τάση της διατροφικής κρίσης. Κρίνοντας από τις βιβλιογραφικές πηγές που είχα πρόσβαση, δεν διαφωνεί κανένας για το ρόλο τους στην αύξηση των τιμών των τροφίμων. Υπάρχουν ωστόσο και άλλοι, θεμελιώδεις παράγοντες, που διαμορφώνουν το διατροφικό πρόβλημα σε βάθος χρόνου, αλλά που δεν επισημαίνονται από πολλούς αναλυτές. Αυτή η μακροχρόνια τάση της διατροφικής κρίσης εξετάζεται παρακάτω.

Η διατροφική κρίση σε βάθος χρόνου

Τα τελευταία 40 χρόνια, στις χώρες του Τρίτου Κόσμου εκδηλώνεται ένα κύμα φυγής φτωχών αγροτών και εγκατάστασής τους στα αστικά κέντρα. Σήμερα ο αστικός πληθυσμός αποτελεί το 50% του πληθυσμού της γης, για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας. Από τα 3 δις που ζουν στα αστικά κέντρα, το 1 δις ζει στις τενεκεδουπόλεις. Ιστορικά, η ροή πληθυσμού προς τα αστικά κέντρα έχει μια ιστορία μερικών αιώνων και πρωτοεκδηλώθηκε στην Ευρώπη, όταν άρχισε να αναπτύσσεται η μεταποιητική δραστηριότητα στις πόλεις. Όμως στις χώρες του Τρίτου Κόσμου το φαινόμενο είναι πρόσφατο, εξελίσσεται με ταχύτερους ρυθμούς από όσο στην Ευρώπη της βιομηχανικής επανάστασης και δεν θα πρέπει να αποδοθεί σε μια υποτιθέμενη οικονομική ανάπτυξη που παρέχει ευκαιρίες απασχόλησης στα αστικά κένυτρα, κρίνοντας από τη μεγάλη ανεργία και τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης στις παραγκουπόλεις.
Η αιτία αυτής της αστυφιλίας θα πρέπει να αναζητηθεί στις αλλαγές που σημειώθηκαν στον τρόπο παραγωγής στην ύπαιθρο κατά τις τελευταίες δεκαετίες, όπου η φιγούρα του μικρού αγρότη παραγωγού τείνει να εκλείψει και να αντικατασταθεί από το μεγάλο ιδιοκτήτη γης που μπορεί να παράγει με κατάλληλο μηχανικό εξοπλισμό και με σχετικά λίγα εργατικά χέρια.
Ο μικρός αγρότης συνηθίζει να παράγει βασικά είδη διατροφής πρώτα για τον εαυτό του και το περίσευμα το διακινεί στην αγορά. Ωστόσο το κόστος παραγωγής, αποθήκευσης και μεταφοράς είναι μεγάλο για τον μικρό παραγωγό, ο οποίος χρειάζεται τη στήριξη της πολιτείας, υπό μορφή δανείων, επιδοτήσεων για φτηνά λιπάσματα και σπόρους, χώρων αποθήκευσης και υποδομών για άρδευση των καλλιεργούμενων εκτάσεων και μεταφορά των παραγόμενων προϊόντων. Με άλλα λόγια, η πολιτεία θα πρέπει να διαθέσει πόρους για τη στήριξη της μικρής αγροτικής παραγωγής. Αυτό, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του’70 ήταν αποδεκτό και εφαρμόζονταν από πολλές κυβερνήσεις. Όμως εξ αιτίας της διόγκωσης του εξωτερικού χρέους των χωρών του Τρίτου Κόσμου και των πολιτικών λιτότητας καθ’ υπόδειξη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, οι κρατικές δαπάνες για την αγροτική παραγωγή μειώθηκαν ή και εξανεμίστηκαν και οι μικροί παραγωγοί έμειναν μόνοι τους με τη σοδειά τους. Με άλλα λόγια, επικράτησε η λογική ότι και τα βασικά είδη διατροφής είναι ένα εμπόρευμα, όπως όλα τα άλλα, που αφήνεται, μαζί με τον παραγωγό του, στο έλεος των δυνάμεων της «ελεύθερης» από κρατικές παρεμβάσεις αγοράς. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, πολλοί μικροί παραγωγοί καταστράφηκαν, πούλησαν όσο όσο τη γη τους (ενίοτε την έδωσαν και τσάμπα ενδίδοντας στον τραμπουκισμό των μεγάλων γαιοκτημόνων) και, μιας και δεν είχαν τίποτε άλλο να κάνουν, εγκαταστάθηκαν στα περίχωρα των αστικών κέντρων, φυτοζωώντας χωρίς δουλειά και χωρίς πόρους.
Εκείνοι που ωφελήθηκαν από αυτήν τη διαδικασία ήταν οι μεγάλοι γαιοκτήμονες που, συνήθως σε συνεργασία με πολυεθνικές εταιρίες τροφίμων, εκβιομηχάνισαν τη γεωργία και παρήγαγαν σε μαζική κλίμακα εξειδικευμένα προϊόντα για εξαγωγή (για παράδειγμα καφέ, ζάχαρη ή άλλα εξωτικά προϊόντα), καθώς και βασικά είδη διατροφής για κατανάλωση από όσους διαθέτουν αγοραστική δύναμη. Σε διάφορες περιπτώσεις (όπως στο Μεξικό και στις Φιλιππίνες που θα δούμε παρακάτω) η εγχώρια παραγωγή σε βασικά είδη διατροφής μειώθηκε σημαντικά και οι κυβερνήσεις κατέφυγαν σε εισαγωγές τροφίμων από χώρες του Βορρά. Το 1 δις των άφραγκων κατοίκων των παραγκουπόλεων μένουν έξω από την αγορά των αγροτικών προϊόντων και υποσιτίζονται. Σε αυτήν την εξέλιξη, που συνίσταται επιγραμματικά στην καταστροφή των μικρών αγροτών και στην πλήρη εμπορευματοποίηση της αγροτικής παραγωγής, εντοπίζεται ο βασική αιτία του διατροφικού προβλήματος, που εξελίσσεται εδώ και δεκαετίες και που την τελευταία διετία οξύνθηκε εξ αιτίας των πρόσθετων συγκυριών που αναλύθηκαν στην προηγούμενη ενότητα.
Συμπληρωματικό ρόλο στην πορεία καταστροφής των μικρών παραγωγών έπαιξε και η πρακτική πολυεθνικών εταιριών να κατοχυρώνουν υπό μορφή πατέντας τους σπόρους διαφόρων καλλιεργειών, να τους διακινούν μαζί με τα λιπάσματα έναντι υψηλού τιμήματος και να υποχρεώνουν έτσι τους αγρότες στο δανεισμό και, τελικά, στη χρεωκοπία. Κάπως έτσι οδηγήθηκαν 25.000 Ινδοί αγρότες στην αυτοκτονία, τα τελευταία χρόνια. Η καπιταλιστική οικονομία των πολυεθνικών, των τραπεζιτών και των καρτέλ των κουμπάρων είναι ανελέητη απέναντι σε όσους αδυνατούν να λειτουργήσουν με τους δικούς της όρους.

Μεξικό και Φιλιππίνες: δυο παραδείγματα προς αποφυγήν

Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του’80, το Μεξικό ήταν χώρα εξαγωγός καλαμποκιού, που είναι το βασικό είδος διατροφής για τον πληθυσμό της. Οι μικροί καλλιεργητές, που αποτελούσαν τη ραχοκοκαλιά της αγροτικής παραγωγής, υποστηρίζονταν με διάφορους τρόπους από την κυβέρνηση (δασμοί σε εισαγόμενα αγροτικά προϊόντα, επιδοτήσεις για αγορά σπόρων και λιπασμάτων και άλλα μέτρα). Το 1982, εκδηλώθηκε η κρίση του εξωτερικού χρέους του μεξικάνικου κράτους και, μπροστά στον κίνδυνο της οικονομικής κατάρρευσης, η κυβέρνηση απευθύνθηκε στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) για δανεισμό. Το ΔΝΤ, όπως το συνηθίζει, έθεσε τους όρους του για τη δανειοδότηση της χώρας: περιορισμός των κρατικών δαπανών, που έχει ως συνέπεια την κατάργηση των μέτρων στήριξης των μικρών αγροτών. Το αποτέλεσμα ήταν πολλοί αγρότες να μη μπορούν να επιβιώσουν ως παραγωγοί, η εγχώρια παραγωγή καλαμποκιού να μειωθεί σημαντικά και να αρχίσουν οι εισαγωγές από τη Βόρεια Αμερική. Η αρνητική αυτή πορεία για την εγχώρια αγροτική παραγωγή επιτάθηκε από το 1994 με τη NAFTA (συμφωνία ελεύθερου εμπορίου), χάρη στην οποία το βορειοαμερικάνικο καλαμπόκι κατέκλυσε τη μεξικάνικη αγορά. Επί πλέον, καθώς το μεξικάνικο κράτος αποσύρθηκε από οποιαδήποτε παρέμβαση στην κυκλοφορία και διανομή αγροτικών προϊόντων (είπαμε, ελεύθερο εμπόριο κάνουμε), ο έλεγχος πέρασε στις βορειοαμερικάνικες πολυεθνικές εταιρίες τροφίμων, οι οποίες πλέον έχουν τη δυνατότητα να διαμορφώνουν μονοπωλιακά τις τιμές και να ανεβάζουν την τιμή της τορτίγιας (πίτα από καλαμπόκι) στα ύψη.
Την περασμένη χρονιά, ο μεξικάνικος λαός διαδήλωσε διαμαρτυρόμενος για την αλματώδη αύξηση κατά 60% της τορτίγιας μέσα σε ένα χρόνο. Πολλοί αναλυτές έσπευσαν να αποδώσουν αυτήν την αύξηση στη στροφή της βορειοαμερικάνικης αγροτικής παραγωγής προς τα βιοκαύσιμα. Αυτό είναι μόνο εν μέρει σωστό, καθώς και τα μονοπώλια κερδοσκόπησαν σε βάρος του πληθυσμού, για τον οποίο η τορτίγια είναι βασικό είδος διατροφής. Και σε τελευταία ανάλυση, για να θυμηθούμε μια παρεξηγημένη έκφραση από το χώρο της μαρξιστικής αριστεράς, το πρόβλημα έγκειται στην αποδιάρθρωση της ντόπιας αγροτικής παραγωγής και στην καταστροφή των μικρών παραγωγών, χάρη στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις της χώρας τα τελευταία τριάντα περίπου χρόνια. Όσο για τα 1.3 εκατομμύρια αγροτών που εκτιμάται πως αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη γη τους, πολλοί από αυτούς μετανάστευσαν στις ΗΠΑ προς αναζήτηση καλύτερης τύχης.
Και στις Φιλιππίνες, τους τελευταίους μήνες ο κόσμος ξεσηκώθηκε διαμαρτυρόμενος για την τιμή του ρυζιού, που από τον Ιανουάριο ως τον Απρίλιο σχεδόν τριπλασιάστηκε, εξ αιτίας της κερδοσκοπίας. Το ρύζι δεν αξιοποιείται όπως το καλαμπόκι στα βιοκαύσιμα, οπότε εδώ δεν υπάρχει δικαιολογία για την αλματώδη αύξηση της τιμής του. Μέχρι πριν από 25 χρόνια, οι Φιλιππίνες ήταν αυτάρκεις στην παραγωγή ρυζιού, καθώς η πολιτεία στήριζε τους αγρότες και δαπανούσε πόρους για αρδευτικά έργα. Από τα μέσα της δεκαετίας του’80, που ξεκίνησαν οι περικοπές των κρατικών δαπανών προκειμένου να εξυπηρετηθεί το εξωτερικό χρέος της χώρας, οι αγρότες και η γη αφέθηκαν στην τύχη τους, με αποτέλεσμα να μειωθεί δραματικά η παραγωγή ρυζιού και να αρχίσουν οι εισαγωγές σε αθρόα κλίμακα. Το φτηνό, καθότι επιδοτούμενο εισαγόμενο ρύζι, χειροτέρευσε ακόμα περισσότερο την κατάσταση της εγχώριας αγροτικής παραγωγής και η χώρα στηρίζονταν πια στις εισαγωγές για να καλύψει τις διατροφικές ανάγκες του πληθυσμού της. Και όταν την τελευταία χρονιά ξεκίνησαν τα κερδοσκοπικά παιχνίδια στη διεθνή αγορά ρυζιού και ακρίβηνε αυτό το βασικό είδος διατροφής, ο φιλιππινέζικος λαός, που έτσι κι’αλλιώς έχει χαμηλό βιωτικό επίπεδο, βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση από πλευράς βιοπορισμού. Για μια ακόμα φορά επιβεβαιώνεται το ότι η χώρα που δεν μεριμνά για την αγροτική της παραγωγή και καταφεύγει στις αθρόες εισαγωγές τροφίμων, κάποια στιγμή πληρώνει τις συνέπειες.

Συμπεράσματα-συζήτηση

Η διατροφική κρίση δεν είναι φαινόμενο της τελευταίας διετίας. Εξελίσσεται εδώ και δεκαετίες και οφείλεται κατά βάση στην εμπορευματοποίηση της αγροτικής παραγωγής και στην καταστροφή των μικρών παραγωγών που έπαψαν οι κυβερνήσεις να τους στηρίζουν.
Για την αντιμετώπιση του προβλήματος έχει προταθεί η προώθηση των μεταλλαγμένων τροφίμων, ακόμα και η παραγωγή συνθετικού κρέατος, όπως μάθαμε πρόσφατα από την τηλεόραση. Εδώ όμως υπάρχουν ενστάσεις για το κατά πόσον η βιοτεχνολογία παράγει προϊόντα ασφαλή για τον καταναλωτή. Δεν είμαι από αυτούς που θα απέρριπταν ασυζητητί την τεχνολογία και θα υποστήριζαν την παραδοσιακή και μόνον αγροτική παραγωγή. Πιστεύω όμως ότι ακόμα και αν παραχθούν μεταλλαγμένα τρόφιμα αβλαβή για την ανθρώπινη υγεία-και μακάρι να παραχθούν-η διατροφική κρίση θα είναι πάλι παρούσα, στο βαθμό που το αγροτικό προϊόν θα εξακολουθήσει να είναι εμπόρευμα ελεγχόμενο από τις πολυεθνικές εταιρίες τροφίμων και προσβάσιμο σε αυτούς μόνο που διαθέτουν μια επαρκή αγοραστική δύναμη.
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να αλλάξει θεμελιακά η αντίληψη των κυβερνώντων και των πολιτών για τα τρόφιμα: να πρυτανεύσει δηλαδή η λογική ότι δικαίωμα σε μια πλήρη και θρεπτική διατροφή έχουμε όλοι, όπως στο κάτω κάτω έχουμε δικαίωμα στον αέρα, στο νερό και στη ζωή.
Ο Φρεντ Μάγκντοφ, η σκέψη του οποίου επηρέασε πολύ το παρόν άρθρο, διατείνεται ότι σχεδόν σε όλα τα μέρη του κόσμου υπάρχει η δυνατότητα για μια αγροτική παραγωγή προσαρμοσμένη στο κλίμα και στο έδαφος της κάθε περιοχής, σε τρόπο που να εξασφαλίζεται η αυτάρκεια σε βασικά είδη διατροφής, ώστε ο πληθυσμός να ξεπεράσει το πρόβλημα της πείνας και του υποσιτισμού.
Το κοινωνικό υποκείμενο που θα φέρει σε πέρας έναν τέτοιο τύπο αγροτικής παραγωγής δεν μπορεί να είναι ούτε ο γαιοκτήμονας-καπιταλιστής ούτε η πολυεθνική εταιρία τροφίμων. Ο καπιταλιστής ιδιοκτήτης γης θα στραφεί στη μονοκαλλιέργεια με εξαγωγικό προσανατολισμό, που και το διατροφικό πρόβλημα δεν θα λύσει και το έδαφος θα αποδυναμώσει με την εντατική καλλιέργεια και την αλόγιστη χρήση χημικών. Επομένως ο μικρός αγρότης-παραγωγός είναι αυτός που καλείται να αναλάβει το βάρος του εγχειρήματος της υπέρβασης της διατροφικής κρίσης. Στο έργο του θα πρέπει να συνεταιριστεί με άλλους παραγωγούς και να έχει τη στήριξη της πολιτείας, ώστε να εξασφαλίσει και τεχνογνωσία και εξοπλισμό για ένα βέλτιστο αποτέλεσμα, που θα καλύπτει τις διατροφικές ανάγκες του πληθυσμού, χωρίς να επιβαρύνει ανεπανόρθωτα το περιβάλλον.
Τις τελευταίες δεκαετίες, τα αστικά κέντρα του Τρίτου Κόσμου «κυκλώθηκαν» από τις παραγκουπόλεις, οι κάτοικοι των οποίων εγκατέλειψαν την ύπαιθρο για μια καλύτερη τύχη, αλλά εξακολουθούν να φυτοζωούν, μιας και η πόλη δεν έχει να τους προσφέρει επαγγελματική προοπτική. Στους ανθρώπους αυτούς θα πρέπει να δοθούν κίνητρα για να γυρίσουν στην ύπαιθρο και να ασχοληθούν ξανά με τη γεωργία.
Έχω την εντύπωση ότι σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη ιστορική περίοδο, κερδίζει έδαφος στην κοινή γνώμη η αντίληψη ότι το αίτημα της κοινωνικά δίκαιης διανομής του παραγόμενου πλούτου, το αίτημα της αλλαγής του τρόπου παραγωγής και το αίτημα της προστασίας του περιβάλλοντος είναι μεταξύ τους αλληλένδετα. Και με αυτήν την έννοια το ξεπέρασμα της διατροφικής κρίσης συνδέεται με μια πορεία εξάλειψης της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο και με την αποκατάσταση μιας πιο αρμονικής και ορθολογικής σχέσης ανθρώπου-φύσης.

Πηγές

Magdoff F., 2008: The world food crisis. Sources and solutions. “Monthly Review”, May 2008.
Bello, W., 2008: How to manufacture a global food crisis: lessons from the World Bank, IMF, and WTO. www.focusweb.org
Νικολάου, Ν., 2008: Η διατροφική κρίση. Εφημερίδα «Καθημερινή», 06/06/2008
Γ. Σ., 2000: Κούβα. Διατρέφοντας τον πληθυσμό οικολογικά. «Σήματα Καπνού», τ. 4, σελ. 44-45
Β. Μ., Λ. Σ., 2006: Το αγροτικό κίνημα στην Ινδία. 23.000 αυτοκτονίες αγροτών λόγω χρεών. Συνέντευξη με τον Yudhvir Singh, στέλεχος της Ένωσης Αγροτών Ινδίας. “Resistencias”, τ. 3, σελ. 32-33

Τετάρτη 30 Απριλίου 2008

Για τη χρηματοπιστωτική κρίση και για την κερδοσκοπία με τα τρόφιμα

Από τη χρηματοπιστωτική κρίση στο φάσμα της πείνας. Πότε άραγε θα πιάσουμε πάτο;

Από τον περασμένο Αύγουστο η βορειοαμερικάνικη οικονομία μαστίζεται από οξυμένο πρόβλημα ρευστότητας, εξ αιτίας του ότι πολύς κόσμος που είχε λάβει στεγαστικά δάνεια τα τελευταία χρόνια αδυνατεί να τα ξεχρεώσει. Άμεση συνέπεια αυτής της αδυναμίας είναι οι κίνδυνοι χρεωκοπίας που αντιμετωπίζουν χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί που είχαν ανοιχτεί σε δανεισμό ή αγόρασαν χρέη φυσικών ή νομικών προσώπων. Παρά τις παρεμβάσεις της Ομοσπονδιακής Τράπεζας με σκοπό τη στήριξη του χρηματιστικού κεφαλαίου, η προοπτική μιας οικονομικής ύφεσης, με αφετηρία τις ΗΠΑ και με αρνητικές επιπτώσεις σε παγκόσμια κλίμακα, είναι όχι μόνο ορατή, αλλά ίσως ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη. Η αλματώδης άνοδος των τιμών του πετρελαίου και των τροφίμων, που δεν είναι άσχετη με τη χρηματοπιστωτική κρίση, ήδη δυσκολεύει τη ζωή των πολιτών των ανεπτυγμένων χωρών και πολύ περισσότερο του τρίτου κόσμου. Σε αυτό το άρθρο, που πολύ απέχει από το να είναι μια συγκροτημένη οικονομική ανάλυση των τάσεων του παγκόσμιου καπιταλισμού, επιχειρούμε να διαμορφώσουμε μια εικόνα για την αλυσίδα των γεγονότων που οδήγησαν στην παρούσα κατάσταση και, σε κάποιο βαθμό, να αποτολμήσουμε να διατυπώσουμε σκέψεις για το προς τα πού μπορούν να πάνε τα πράγματα.

Από τον κύκλο Χ-Ε-Χ’ στον κύκλο Χ-Χ’
Ο αναγνώστης που έχει μια εξοικείωση με τη μαρξιστική οικονομική θεωρία, θα έχει υπόψη του το βασικό της σχήμα για το πώς δημιουργείται κέρδος μέσω της παραγωγής αξίας. Το αρχικό κεφάλαιο (χρηματικό ποσό Χ) επενδύεται σε εμπόρευμα Ε (εξοπλισμός, πρώτες ύλες και εργατική δύναμη). Από το Ε, μέσω της αξιοποίησης της εργατικής δύναμης, παράγεται μια αξία μεγαλύτερη, που μέσω της αγοράς θα μετατραπεί σε χρηματικό ποσό Χ’ μεγαλύτερο του Χ. Αυτή η διαφορά Χ’-Χ είναι το κέρδος που καρπώνεται ο βιομήχανος-καπιταλιστής και που αποτελεί κίνητρο για περαιτέρω επενδύσεις και για παραγωγική δραστηριότητα. Για να πραγματοποιηθεί όμως κέρδος, θα πρέπει το εμπόρευμα να βρει τον αγοραστή του και να πουληθεί. Ο Κέινς, από τη δεκαετία του’30, είχε τονίσει το ρόλο της ζήτησης στην οικονομική δραστηριότητα, με την έννοια ότι για να απορροφηθεί το εμπόρευμα θα πρέπει να υπάρχουν καταναλωτές με αρκετά μεγάλο εισόδημα για να το αγοράσουν. Όμως αρκετά μεγάλο εισόδημα, σε μια βιομηχανική κοινωνία που το μεγαλύτερο μέρος του οικονομικά ενεργού πληθυσμού αποτελείται από μισθωτούς, σημαίνει υψηλούς μισθούς για τους εργαζόμενους, αυξημένο κόστος παραγωγής για τα προϊόντα και συμπίεση του ποσοστού κέρδους για τον καπιταλιστή.
Από τα μέσα της δεκαετίας του’60, οι Μπάραν και Σουήζι είχαν επισημάνει ότι το μονοπωλιακό κεφάλαιο, που ενδιαφέρεται κυρίως για το άμεσο κέρδος, τείνει να διατηρεί υψηλές τις τιμές των προϊόντων, μειώνοντας το ύψος της παραγωγής, με αποτέλεσμα να μειώνεται η ζήτηση. Μια τέτοια πρακτική μπορεί σε κάποιο βαθμό να εξασφαλίσει κέρδη, όμως τελικά οδηγεί σε στασιμότητα, καθώς τα συσσωρευόμενα πλεονάσματα δε μπορούν να απορροφηθούν επαρκώς σε ένα οικονομικό περιβάλλον περιορισμένης ζήτησης. Οπότε ανακύπτει το πρόβλημα του πώς θα επανεπενδυθούν τα πλεονάσματα, εξασφαλίζοντας κέρδος για τον καπιταλιστή. Πρακτικές όπως η διαφήμιση και η κρατική παρέμβαση, μέσω των έργων υποδομής και των στρατιωτικών δαπανών, μπορούν σε κάποιο βαθμό να εξυπηρετήσουν στην τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας, όμως δεν στάθηκε δυνατό να αποτρέψουν τη στασιμότητα. Από τη δεκαετία του’ 70 και μετά, η στασιμότητα χτύπησε για καλά την πόρτα της βορειοαμερικάνικης αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας, με κύρια χαρακτηριστικά τους μειωμένους ρυθμούς ανάπτυξης και την αδυναμία εξασφάλισης πλήρους απασχόλησης. Και βέβαια για το κεφάλαιο λίγη σημασία έχει το πρόβλημα της ανεργίας, όμως το πρόβλημα της εξασφάλισης υψηλών ποσοστών κέρδους σε ένα περιβάλλον στασιμότητας αποτελεί φλέγον ζήτημα. Και η απάντηση που δόθηκε τα τελευταία τριάντα χρόνια είναι η στροφή του κεφαλαίου προς κερδοσκοπικές δραστηριότητες, που εξασφαλίζουν πλούτο χωρίς άμεση εμπλοκή σε παραγωγικές επενδύσεις. Σχηματικά, από τον κύκλο Χ-Ε-Χ’, η οικονομική δραστηριότητα μετατοπίζεται προς τον κύκλο Χ-Χ’. Και βέβαια εμπορεύματα υπάρχουν, πραγματική οικονομία υπάρχει, όμως ο μεγάλος κερδισμένος δεν είναι ο βιομήχανος που επενδύει σε μηχανολογικό εξοπλισμό και παράγει αξία, αλλά ο τραπεζίτης, ο χρηματιστής και ο κάθε λογής αεριτζής που διακινεί αξίες και χρήμα, χωρίς να παράγει τίποτα.

Η κερδοσκοπία με τα στεγαστικά δάνεια και οι συνέπειές της
Έχοντας στραφεί το βορειοαμερικάνικο κεφάλαιο προς την κερδοσκοπία, η βιομηχανία έχασε το δυναμισμό των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών και μειώθηκε η ανταγωνιστικότητά της. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών διογκώθηκε και επιδιώχθηκε λύση του δημοσιονομικού προβλήματος μέσω της έκδοσης ομολόγων τα οποία αγοράζουν κυρίως επενδυτικοί φορείς από τις ισχυρές ή αναδυόμενες οικονομίες της Μέσης και της Άπω Ανατολής (Αραβικές χώρες, Κίνα, Ιαπωνία). Ωστόσο τα τελευταία χρόνια καλλιεργήθηκε η ιδέα της τόνωσης της ζήτησης, όχι δια της αύξησης των μισθών αλλά δια του καταναλωτικού δανεισμού. Με τον τρόπο αυτό, όπως εκτίμησαν οι ιθύνοντες, θα μπορούσε να τονωθεί η λιμνάζουσα παραγωγική δραστηριότητα χωρίς να αυξηθεί το κόστος της εργατικής δύναμης.
Το μπουμ των στεγαστικών δανείων, που ξεκίνησε το 2002, εντάσσεται σε αυτήν την αντίληψη περί οικονομικής πολιτικής. Οι πολίτες αγοράζουν κατοικίες με δανεικό χρήμα. Το δανεικό χρήμα, για ένα χρονικό διάστημα, αυξάνει τη ζήτηση για κατοικίες, επομένως αυξάνει και την τιμή της στέγης. Σε αυτήν την ανοδική φάση, ο ιδιοκτήτης του σπιτιού που δανείστηκε χρήμα μπορεί να ξεπληρώσει το χρέος του και να αποκομίσει ακόμα και κέρδος, μεταπωλώντας το ακίνητο σε υψηλότερη τιμή από αυτήν που το αγόρασε. Και αυτή η ανοδική φάση δανεισμού, αγοράς και μεταπώλησης σε υψηλότερη τιμή συνεχίστηκε όσο υπήρχε η προσδοκία για αύξηση της τιμής των ακινήτων.
Όμως από το 2007 και μετά οι τιμές των ακινήτων είχαν αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε μειώθηκε η ζήτηση. Δεν ήταν πια δυνατόν να μεταπωληθούν τα ακίνητα με συμφέροντες, για τους ιδιοκτήτες τους, όρους και άρχισε η πτώση των τιμών, με αποτέλεσμα πολλοί χρεωμένοι ιδιοκτήτες να μη μπορούν να ξεπληρώσουν τα χρέη τους στις τράπεζες ή σε χρηματοπιστωτικές εταιρίες (hedge funds) που είχαν αγοράσει τα χρέη των ιδιωτών από τις τράπεζες. Πολλές τράπεζες και χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί αντιμετωπίζουν έλλειψη ρευστότητας και αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της χρεωκοπίας. Ήδη έχουν ξεκινήσει μαζικές απολύσεις προσωπικού από το χρηματοπιστωτικό τομέα και διαφαίνεται ο κίνδυνος για βαθιά και παρατεταμένη ύφεση που θα πλήξει όχι μόνο τη βορειοαμερικανική αλλά και την παγκόσμια οικονομία.
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα, τους τελευταίους μήνες διοχέτευσε μεγάλες ποσότητες ρευστού στον προβλξματικό χρηματοπιστωτικό τομέα για να αποφευχθούν οι χρεωκοπίες. Μείωσε και τα επιτόκια δανεισμού για να τονωθεί η οικονομική δραστηριότητα και αυτό είχε ως αποτέλεσμα την υποτίμηση του δολαρίου. Μια τέτοια κίνηση όμως μπορεί να αποβεί δίκοπο μαχαίρι γιατί τα χαμηλά επιτόκια και το υποτιμημένο δολάριο μπορούν να ωθήσουν κάποια στιγμή τους ξένους επενδυτές να αποσυρθούν από τις τοποθετήσεις τους σε ομόλογα και να μείνουν οι βορειοαμερικάνικες τράπεζες χωρίς χρήμα.
Οι αλματώδεις αυξήσεις του πετρελαίου και των τροφίμων που σημειώθηκαν τους τελευταίους μήνες δεν είναι καθόλου άσχετες με την εν εξελίξει χρηματοπιστωτική κρίση. Υπάρχουν βέβαια κάποιοι σταθεροί και ανεξάρτητοι παράγοντες, που έχουν να κάνουν με την ταχύρυθμη οικονομική ανάπτυξη ορισμένων μεγάλων χωρών του τρίτου κόσμου, με τα σενάρια της υποκατάστασης του πετρελαίου από τα βιοκαύσιμα και με τις αλλαγές στον τρόπο ζωής και στις διατροφικές συνήθειες των λαών των αναπτυσσόμενων χωρών, όμως και εδώ η κερδοσκοπία έβαλε το χεράκι της. Τα επενδυτικά κεφάλαια που αναζητούν το γρήγορο κέρδος και την εξάλειψη των ζημιών που είχαν την τελευταία χρονιά, έπεσαν με τα μούτρα στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων και στην κερδοσκοπία γύρω από τις τιμές του πετρελαίου και των τροφίμων. Το κόστος ζωής ανεβαίνει, οι τιμές των τροφίμων ανεβαίνουν, κάποιοι λίγοι πλουτίζουν και οι πολλοί δυσκολεύονται να βιοποριστούν, ή, ακόμα χειρότερα, πεινούν. Τις τελευταίες εβδομάδες ξέσπασαν ταραχές σε διάφορες χώρες, καθώς ο κόσμος διαμαρτύρεται για την ακρίβεια σε βασικά ήδη διατροφής. Και για την ώρα δε φαίνεται φως στο τούνελ.

Επίλογος
«Τέλους επί, σαμε φτα, ξοδο αδιε» (Βηθλεέμ Οργόνης, Νοέμβριος 1979). Που σημαίνει: «επί τέλους, φτάσαμε στο αδιέξοδο».
Χειμώνας 1979-80, συνέλευση του Φυσικού Τμήματος στο παλαιό κτίριο της Σόλωνος, για το νόμο 815, που τότε είχε αναστατώσει τα πανεπιστήμια. Στο βήμα ένας τύπος που βλέπαμε για πρώτη φορά. Μας συστήθηκε ως Βηθλεέμ Οργόνης και άρχισε να μιλάει κορακίστικα, πετώντας ατάκες σαν αυτήν που έγραψα παραπάνω. Όλοι μας ξαφνιαστήκαμε. Κνίτες και Πασπίτες κατελήφθησαν από ιερή αγανάκτηση γιατί ο ομιλητής «πρόσβαλε τα όργανά μας». Αλλά κι’εμείς οι άλλοι, αριστεριστές, ανένταχτοι και λίγα φρικιά, που συγκροτούσαμε το υπό διαμόρφωση μπλοκ των καταλήψεων, τα είχαμε λίγο χαμένα, καθώς δεν καταλαβαίναμε πού το πήγαινε ο μεγάλος.
Και όμως, ίσως να είχε δίκιο το παιδί. Υπάρχουν στιγμές που ο κυρίαρχος λόγος δεν σε βοηθάει να μπεις στην ουσία των πραγμάτων και να ξεπεράσεις το αδιέξοδο. Και τότε χρειάζεσαι έναν εναλλακτικό και αντισυμβατικό λόγο, που έστω και αν ακούγεται παράξενος και δεν ταιριάζει με αυτά που ξέρεις, μπορεί ίσως να σε οδηγήσει σε δημιουργικές διεξόδους.
Στο παρόν άρθρο κάναμε μια προσπάθεια να ανιχνεύσουμε το μηχανισμό της εξελισσόμενης οικονομικής κρίσης. Το εύλογο ερώτημα που ανακύπτει είναι τί δέον γενέσθαι για να την ξεπεράσουμε. Και σε αυτό το σημείο ξεκινάει μια μεγάλη συζήτηση, που δε μπορεί να χωρέσει σε αυτό το κείμενο. Επιγραμματικά μόνο να πω ότι τα τελευταία 500 χρόνια η οικονομική ζωή στρέφεται γύρω από τη λογική του κέρδους. Ακόμα και στα καθεστώτα που αυτοπροσδιορίστηκαν ως σοσιαλιστικά, το κίνητρο του κέρδους αποδείχτηκε ισχυρότερο από το εξισωτικό πρόταγμα. Μετά το 1989, πολλοί έσπευσαν να μας διαβεβαιώσουν για την ανωτερότητα και την αποτελεσματικότητα του καπιταλισμού. Τώρα παίρνουμε μια γεύση των αντιφάσεών του και των αδιεξόδων του. Το ζητούμενο είναι το πώς μπορεί μια οικονομία να λειτουργήσει αποδοτικά και να καλύψει τις υλικές ανάγκες όλων χωρίς να σπαταλήσει αλόγιστα φυσικούς πόρους. Στα πλαίσια μιας τέτοιας προσέγγισης, το κίνητρο του κέρδους και του πλουτισμού θα πρέπει ίσως να αντικατασταθεί από μια αριστοτελική αντίληψη για το «ευ ζην», εμφορούμενη από το αίσθημα της ατομικής ευθύνης απέναντι στην ανθρώπινη κοινότητα και απέναντι στο φυσικό περιβάλλον. Και το μηχανιστικό κοσμοείδωλο της πραγμοποιημένης φύσης και κοινωνίας, που με τόση ενάργεια ανέλυσε ο Μαρκούζε στον «Μονοδιάστατο Άνθρωπο», να δώσει τόπο σε μια νέα κοσμοθεώρηση που να χαρακτηρίζεται από τον ορθό λόγο και από την εναρμόνιση του ανθρώπου με το περιβάλλον του.

Γιώργος

Τετάρτη 19 Μαρτίου 2008

Νίκος Κοτζιάς: Οι παγκόσμιες αλλαγές και η Ελλάδα

Ο νέος εθνικισμός
Όπως επανειλημμένα έχω υποστηρίξει, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης το εθνικό κράτος δεν χάνεται.
Αντίθετα, όποια εθνικά κράτη οργανώσουν κατά αποτελεσματικό και δημοκρατικό τρόπο τις ικανότητες και χωρητικότητές τους, αυτά θα μπορέσουν να έχουν ενεργητική παρουσία στο παγκόσμιο γίγνεσθαι.
Σε αντίθεση, λοιπόν, με τις προβλέψεις των αρχών της δεκαετίας του ενενήντα, που καταγραφόταν ιδιαίτερα στην Ιαπωνική και αμερικάνικη βιβλιογραφία, δεν επήλθε το τέλος του εθνικού κράτους και κατά προέκταση των εθνικισμών.
Ούτε, βέβαια, επιβεβαιώθηκαν οι προβλέψεις σύμφωνα με τον οποίο η ιστορία σταμάτησε να προχωρά με συγκρούσεις και ότι επέρχεται κάποιο τέλος της ιστορίας, όπου σύμφωνα με αυτά τα ιδεολογήματα, η νίκη του φιλελευθερισμού θα «ήταν οριστική».

Νέες συγκρούσεις

Τα θεωρητικά σχήματα περί τέλους του εθνικού κράτους και της ιστορίάς, γεννήθηκαν μαζί με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Συνόδεψαν τη διάλυσή της. Όταν ο μεγάλος αντίπαλος του παγκόσμιου καπιταλισμού, ο υπαρκτός σοσιαλισμός, ουσιαστικά χάθηκε στη δύνη και την κυριαρχία της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.
Όμως, σε αντίθεση με ότι προβλεπόταν πριν από 15 χρόνια η εποχή των αντιθέσεων και αντιφάσεων δεν τέλειωσε (και ούτε ήταν κάτι τέτοιο δυνατό). Νέες συγκρούσεις ήρθαν στο προσκήνιο. Ορισμένες απ’ αυτές θυμίζουν σε ένα βαθμό τα φαινόμενα που είχαν εκδηλωθεί σε παρελθόντες αιώνες, αλλά εμπεριείχαν και νέα στοιχεία. Τόσο της ίδιας της νεωτερικότητας, όσο και από τη σκοπιά της τεχνολογίας.
Ιδιαίτερα έντονα έκανε την εμφάνισή της μια νέα μορφή και τύπος οργάνωσης θρησκευτικών φανατικών κινημάτων, πριν απ’ όλα κινημάτων που είχαν ως αναφορά τους το Κοράνιο. Κινήματα τα οποία επικαλούνται οπισθοδρομικές θέσεις, όπως εκείνες της απαξίωσης της γυναίκας ή των αλλόθρησκων. Αρνούνται την ανεκτικότητα στο διαφορετικό και χρησιμοποιούν ως μορφές πάλης τρομοκρατικές μεθόδους. Είναι οργανωμένα σε υπερεθνικά δίκτυα, δηλαδή, με την ποιο σύγχρονη μορφή οργάνωσης και χρησιμοποιούν την «εικόνα», τα μέσα και το διαδύκτιο ως όπλα εκφοβισμού της «κοινωνίας των αντιπάλων».
Στη μάχη ενάντια σε αυτού του τύπου διαδύκτια, τα περισσότερα κράτη συντάσσονται, χωρίς, όμως, να αξιολογούν στον ίδιο βαθμό τη σημασία και έκταση του φαινομένου. Χωρίς να ιεραρχούν με τον ίδιο τρόπο τον αντίπαλο.
Όμως, τα υπερεθνικά δίκτυα που ως μορφή οργάνωσης είναι νεώτερα του εθνικού κράτους, δεν μπορούν να καλύψουν την επανεμφάνιση ισχυρών παικτών στο διεθνές προσκήνιο και τις νέες διακρατικές αντιθέσεις. Τέτοιοι παίκτες όπως είναι η Ινδία, η Κίνα, η Ρωσία και η Βραζιλία, το Ιράν και το Μεξικό, διεκδικούν νέους όρους στο διεθνές σύστημα και πριν απ’ όλα τον σεβασμό του διεθνούς δικαίου από τις κατά πολύ ακόμα ισχυρότερες ΗΠΑ και ΕΕ (η τελευταία περισσότερο στην οικονομία παρά στην άμυνα).

«Ο υπόλοιπος κόσμος» έναντι της Δύσης

Οι χώρες στις οποίες αναφέρουμε στο παρόν κείμενο, έχουν δύο χαρακτηριστικά που οφείλουμε να πάρουμε υπόψη μας. Το πρώτο είναι ότι αποτελούν αυτό που στη διεθνή βιβλιογραφία ονομάζεται ως «ο υπόλοιπος κόσμος χωρίς τη δύση».
Με μια έννοια θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι αυτός ο «μη δυτικός κόσμος» υπήρχε πάντοτε κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων αιώνων στους οποίους κυριάρχησε παγκοσμίως ο καπιταλισμός. Υπάρχει, όμως, μια θεμελιακή διαφορά. Αυτός ο «υπόλοιπος κόσμος» δεν προσδιορίζεται σήμερα, πλέον, ως ένας κόσμος που βρίσκεται σε αυξανόμενη εξάρτηση από τη δύση, όπως συνέβαινε στο παρελθόν. Ούτε μπορεί να προσδιοριστεί ως «η περιφέρεια της δυτικής μητρόπολης». Το καινούργιο αυτού του «υπόλοιπου κόσμου» είναι ότι στην εποχή της παγκοσμιοποίησης διαμορφώνονται «εσωτερικές» σχέσεις ανάμεσα σε αυτές τις χώρες που λαμβάνουν χώρα χωρίς την μεσολάβηση της δύσης. Από την ανταλλαγή πληροφοριών μέσω υπερεθνικών μέσων ενημέρωσης, μέχρι και τραπεζικές συναλλαγές γίνονται όλο και περισσότερο άμεσα, ανάμεσά τους. Οπως διαμορφώνονται εντός των μεγάλων πόλεων της δύσης παράλληλες κοινωνίες από μετανάστες που μπορεί να περάσουν όλη τους τη ζωή ανάμεσα σε συμπολίτες τους, χωρίς να έρθουν ουσιαστικά σε επαφή με τους ντόπιους ιθαγενείς, έτσι και στο παγκόσμιο σύστημα διαμορφώνονται σχέσεις παράλληλες προς την παγκοσμίως ηγεμονεύουσα δύση, πριν απ’ όλα τις ΗΠΑ.
Το πιο πάνω γεγονός σημαίνει ότι συγκροτείται σήμερα ένας κόσμος που τείνει όχι μόνο να δυναμώσει, πληθυσμιακά, συναλλαγματικά, παραγωγικά, έναντι της Δύσης, αλλά ο οποίος δεν χρειάζεται τη Δύση προκειμένου να ζήσει και να επιβιώσει. Αυτός ο κόσμος δε, αναπτύσσεται με πιο γρήγορους ρυθμούς από τις μεγάλες δυνάμεις της Δύσης. Αυτό το γεγονός μπορεί να θεωρηθεί σε ένα βαθμό ως «φυσιολογικό», αφού η αφετηριακή θέση και τα μεγέθη είναι ακόμα δυσανάλογα ανάμεσα στη Δύση και τους υπόλοιπους. Από την άλλη, όσες εξηγήσεις και αν θελήσει να δώσει κανείς, η ουσία είναι ότι αυτός ο «άλλος, ο υπόλοιπος» κόσμος βρίσκεται σε διαδικασία ενδυνάμωσης και αλλαγής ισορροπιών σε σχέση με τη Δύση.
Τα χαρακτηριστικά ενίσχυσης του «υπόλοιπου κόσμου»
Η ενίσχυση των μη-δυτικών κρατών έχει τρία χαρακτηριστικά. Το πρώτο είναι ότι αναπτυξιακός μοχλός είναι τόσο οι ξένες επενδύσεις, όσο και πολύ περισσότερο το εθνικό κράτος. Κατά συνέπεια το μοντέλο ανάπτυξης αυτών των κρατών θυμίζει περισσότερο μεικτή οικονομία παρά τα νεοφιλελεύθερα προστάγματα της δύσης και τους δογματισμούς της ευρωπαϊκής δεξιάς. Δεύτερον, μεγάλο τμήμα αυτών των κρατών τείνει προς τον αυταρχισμό.Δηλαδή, σε αντίθεση με το καντιανικό πρόσταγμα, καθώς και τις δυτικές αυταπάτες, η ενδυνάμωση της οικονομίας και η δημιουργία νέων μεσαίων στρωμάτων στις χώρες που αναφερόμαστε, όπως, επίσης, η ενίσχυση του διεθνή εμπορίου σε αγαθά, υπηρεσίες και κεφάλαια, με κανέναν τρόπο δεν προωθεί αυτόματα τον εκδημοκρατισμό στις χώρες που δεν έχουν δημοκρατικό πολίτευμα δυτικού τύπου (δηλαδή Κίνα, Ιράν, σε ένα βαθμό Ρωσία και όχι, αντίθετα, Ινδία και Μεξικό), ούτε διασφαλίζει κάποια «αιώνια ειρηνική συνύπαρξη» της δύσης μαζί τους. Υπάρχει, δηλαδή, η επανεμφάνιση ισχυρών αυταρχικών καθεστώτων, που ορισμένοι χαρακτηρίζουν ως τον «σύγχρονο αυταρχικό καπιταλισμό». Τρίτον, η ανακατανομή της παγκόσμιας ισχύος συνοδεύεται από την εμφάνιση ενός τύπου εθνικισμού που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως εθνικισμός μεγάλων και σχετικά ισχυρών κρατών. Ο εθνικισμός αυτός συνδυάζεται με τον αυταρχισμό των προαναφερθέντων καθεστώτων, αλλά δεν θα αργήσει να κάνει εκτεταμένη εμφάνιση και σε δυτικά ισχυρά κράτη.

Δυτικός επεμβατισμός – ανθρώπινα δικαιώματα – εθνική κυριαρχία

Η οικονομική ισχυρή ανάπτυξη χωρών με αυταρχικά καθεστώτα, που δεν ανήκουν στη δύση – και ούτε θέλουν να ενταχθούν - σε συνδυασμό με τον εθνικισμό των ανερχόμενων ισχυρών δυνάμεων, εκφράζει και την ανάγκη επιβίωσης των επικεφαλής αυτών των καθεστώτων. Την ανάγκη παραμονής στην εξουσία των νέων ηγεμονικών δυνάμεων σε αυτές τις χώρες. Αυτό σημαίνει ότι για τις ίδιες προέχει να διασφαλίσουν την εξουσία τους έναντι των παρεμβατικών προθέσεων πολλών δυτικών. Απ’ αυτή την άποψη, η θεωρία της «ανθρωπιστικής επέμβασης» που έχει υιοθετήσει η ΕΕ καθώς και οι φιλελεύθεροι στις ΗΠΑ βρίσκεται σε ευθεία αντιπαράθεση με την επιμονή των ισχυροποιημένων αυταρχικών καθεστώτων ως προς την πρόταξη της «εθνικής κυριαρχίας» έναντι των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Διότι την πρώτη την διαβάζουν ως διασφάλιση της εξουσίας τους, ενώ τα δεύτερα ως έναν μοχλό πίεσης, αν όχι και παρέμβασης της δύσης στα εσωτερικά τους. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η πολιτική που ακολούθησαν οι ΗΠΑ και η ΕΕ στα Βαλκάνια. Η πολιτική αυτή θεωρείται από τους «υπόλοιπους μη δυτικούς», ιδιαίτερα όπου τα καθεστώτα είναι αυταρχικά, ως ο προάγγελος του τι μπορεί να συμβεί με τη δική τους τύχη αν το επιτρέψουν στη Δύση. Για αυτό επιμένω ότι το Κόσοβο αποτελεί τον καταλύτη στις επιλογές της «μη Δύσης» στους νέους συσχετισμούς που θα διαμορφωθούν ανάμεσα στη Δύση και στον υπόλοιπο κόσμο.
Μπορεί κατά συνέπεια να υποχώρησε μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ ο άμεσος ιδεολογικός πόλεμος, αλλά διαμορφώνονται και σήμερα ισχυρές αντιθέσεις και εκδηλώνεται όλο και πιο άμεσα μια σύγκρουση συμφερόντων ανάμεσα στη δύση και «τους υπόλοιπους», ανάμεσα σε μια παρεμβατική δύση στο εσωτερικό τρίτων χωρών και σε αυταρχικές ελίτ που προτάσσουν το συμφέρον της εξουσίας τους. Αυτό το συμφέρον το οργανώνουν κάτω από έναν νέο ανερχόμενο εθνικισμό. Η εποχή των εθνικισμών πιθανά να επανέρχεται και με χειρότερους όρους απ’ ό,τι στο άμεσο παρελθόν. Ας το προσέξουμε όλοι μας.

Δημοσιεύτηκε στην Αξία 15.03.08

Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2008

"Παίρνω Θέση"

Παίρνω Θέση


1. Για το «πόθεν έσχες» κομμάτων και πολιτικών

Ø Να παραμείνει ο έλεγχος στη Βουλή ‚
Ø Να ανατεθεί ο έλεγχος στη Δικαιοσύνη (Ελεγκτικό Συνέδριο) ‚
Ø Να ανατεθεί ο έλεγχος σε νέα Ανεξάρτητη Αρχή ‚

2. Για την χρηματοδότηση των κομμάτων

Ø Να επιτρέπεται ιδιωτική χρηματοδότηση μόνο από φυσικά πρόσωπα και μέχρι ένα ποσοστό με ονομαστικοποιημένες συνδρομές μέσω τραπεζικών λογαριασμών ‚
Ø Να καταργηθεί κάθε ιδιωτική χρηματοδότηση πλην της συνδρομής του μέλους και να αυξηθεί αντίστοιχα η κρατική επιχορήγηση ‚

3. Για τον έλεγχο και τη διαφάνεια στις κρατικές προμήθειες και στις μεγάλες δημόσιες συμβάσεις

Ø Να ενισχυθεί ο έλεγχος από τη Βουλή με αυξημένη εποπτεία ‚
Ø Να ανατεθεί ο έλεγχος σε Ανεξάρτητη Αρχή ‚

4. Για τη διαφάνεια στο χώρο των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας

Ø Να παραμείνει το σημερινό καθεστώς ‚
Ø Να θεσμοθετηθεί νέο πλαίσιο που διασφαλίζει τον υγιή ανταγωνισμό και την ποιότητα των προγραμμάτων ‚


5. Για τη διαφάνεια στην άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας

Ø Πέραν των όσων ισχύουν σήμερα να αναρτάται υποχρεωτικά στο διαδίκτυο και να δημοσιοποιείται κάθε απόφαση Υπουργού, Νομάρχη, Δημάρχου ή κρατικού λειτουργού που φέρει την υπογραφή του ‚
Ø Να γίνουν βελτιώσεις στο σημερινό καθεστώς του κοινοβουλευτικού ελέγχου ‚

6. Για την αξιοκρατία στο Δημόσιο
α)
Ø Να ανατεθούν όλες οι προσλήψεις παντού στον ευρύτερο δημόσιο τομέα στο ΑΣΕΠ χωρίς καμιά εξαίρεση ‚
Ø Να επιτρέπονται εξαιρέσεις αναλόγως των αναγκών της Διοίκησης με απόφαση της Κυβέρνησης ‚
β)
Ø Να αξιολογούνται και να εξελίσσονται οι δημόσιοι υπάλληλοι με κριτήρια αντίστοιχα του ΑΣΕΠ (Δείκτες Αξιολόγησης κλπ.) ‚
Ø Να παραμείνει το σημερινό πλαίσιο των Υπηρεσιακών Συμβουλίων ‚

7. Για τη σχέση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα

Ø Να κρατήσει το κράτος τον έλεγχο των εθνικών υποδομών και επιχειρήσεων στρατηγικής σημασίας για να διασφαλίσει το δημόσιο συμφέρον και τον υγιή ανταγωνισμό ‚
Ø Οι επιχειρήσεις υπό κρατικό έλεγχο να λειτουργούν αυστηρά και μόνο με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια σε όλους τους τομείς (Τιμολογιακή πολιτική κλπ.) ‚


8. Για τα δικαιώματα των μεταναστών

Ø Να θεωρείται κάθε παιδί που γεννιέται οπουδήποτε στη χώρα αυτοδίκαια Έλληνας υπήκοος ‚
Ø Να παραμείνει το ισχύον καθεστώς κτήσης ιθαγένειας για όλους ανεξάρτητα τους μετανάστες ‚

9. Για τη διοικητική αναδιάρθρωση της χώρας
α)
Ø Να υπάρξει νέο κύμα συγχωνεύσεων για την ισχυροποίηση των Δήμων (Καποδίστριας 2) ‚
Ø Να παραμείνουν τα όρια των Δήμων ως έχουν ‚
β)
Ø Να είναι ο Καποδίστριας 2 εθελοντικός με κίνητρα ‚
Ø Να είναι ο Καποδίστριας 2 υποχρεωτικός με νόμο και μετά από διάλογο ‚
γ)
Ø Να ανασυγκροτηθεί η χώρα σε λιγότερες και μεγαλύτερες Περιφέρειες για την εκλογή Περιφερειακής αυτοδιοίκησης ‚
Ø Να παραμείνουν τα όρια των Περιφερειών ως έχουν ‚


10. Για την αλλαγή του εκλογικού συστήματος

Σε ένα πάγιο εκλογικό σύστημα με μονοεδρικές και ευρύτερες εκλογικές περιφέρειες:
Ø Να ισχύει για την εκλογή βουλευτών η λίστα παντού ‚
Ø Να ισχύει για την εκλογή των βουλευτών ο σταυρός παντού ‚
Ø Να ισχύει μικτό σύστημα με σταυρό στις μονοεδρικές περιφέρειες και λίστα στις ευρύτερες ‚



Ζούμε σε μια οριακή καμπή για τον τόπο και τον προσανατολισμό του, για τη δημοκρατία και το πολιτικό σύστημα. Εδώ και πολύ καιρό βιώνουμε μια μεταβατική κατάσταση, στο μεταίχμιο δύο εποχών. Το παλιό πεθαίνει οριστικά και το νέο δεν έχει επιβληθεί.

Η κρίση είναι διπλή. Αφορά τον τρόπο που κυβερνάται η χώρα και που εμφανίζει φαινόμενα παρακμής και εκφυλισμού. Αφορά, όμως, και τη μεταπολιτευτική μας δημοκρατία και το πολιτικό σύστημα που εγκαθίδρυσε καθώς με την υπάρχουσα δομή και διάταξη των πολιτικών δυνάμεων αδυνατεί να την ξεπεράσει.

Για το μοντέλο διακυβέρνησης αποκλειστικά υπεύθυνη είναι η παράταξη που κυβερνά, ο Πρωθυπουργός και τα στελέχη που επιλέχτηκαν να χειριστούν τα δημόσια πράγματα. Χωρίς σχέδιο για τη χώρα, με βαθειά προσήλωση στον πελατειακό και ταξικό χαρακτήρα μιας δεξιάς παλαιάς κοπής, η ΝΔ κυβερνά με τρόπο που παράγει τη διαφθορά, την κακοδιαχείριση, τη συναλλαγή. Εμείς ασκούμε σκληρή κριτική στον Κ. Καραμανλή και την Κυβέρνηση του. Ζητούμε να μην χειραγωγούν τη δικαιοσύνη, να λάμψει η αλήθεια παντού, να αποδοθούν οι πολιτικές ή ποινικές ευθύνες όπου υπάρχουν. Δεν αρνηθήκαμε ούτε στιγμή τη διαφάνεια και τον έλεγχο του παρελθόντος σε όσο βάθος χρόνου και για όποια περίπτωση γιατί έχουμε σταθερή πεποίθηση ότι δεν είμαστε ίδιοι. Όμως, η συνεχής απόπειρα συμψηφισμών που καταφεύγει η Κυβέρνηση και που απλώς αποπροσανατολίζουν και διαιωνίζουν την κρίση και την παρακμή της δημοκρατίας είναι απαράδεκτη και ανήθικη.

Είμαστε η μεγάλη προοδευτική και δημοκρατική παράταξη και έχουμε ιστορικό χρέος και ευθύνη να αντισταθούμε σε όσα συμβαίνουν γύρω μας. Να μην αποδεχτούμε το νοσηρό κλίμα που ναρκοθετεί τους θεσμούς, που απαξιώνει την ίδια τη δημοκρατία. Που κάνει κανόνα στη δημόσια ζωή τον εκβιασμό και την εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων. Που με αφορμή τα μεγάλα σκάνδαλα αυτού του καιρού υπονομεύει συλλήβδην τους πολιτικούς και την πολιτική. Γι’ αυτό επιμένουμε στη σταθερή μας θέση ότι χρειάζεται εθνική συνεννόηση και η ευρύτερη δυνατή συναίνεση για τη βαθειά τομή που απαιτεί η δημοκρατία μας. Γι’ αυτό προτείναμε να ξεκινήσει από την αρχή με διακομματική συναίνεση η πραγματική και αναγκαία συνταγματική αναθεώρηση και όχι η συνταγματική οπερέτα της ΝΔ.
Oι αλλαγές που απαιτούν οι καιροί για τη δημοκρατία μας, αφορούν πρωτίστως τον πολίτη και τη ζωή του. Τον φέρνουν στο επίκεντρο των εξελίξεων, πολύ πιο κοντά στις αποφάσεις. Τον καθιστούν αυτεξούσιο και ισχυρό. Του δίνουν τη δυνατότητα να ελέγχει τους αντιπροσωπευτικούς του θεσμούς, να συμμετέχει στις αναπτυξιακές επιλογές, να κατοχυρώνει το δικαίωμα στη δικαιότερη κατανομή του πλούτου.
Αλλάζουν ριζικά τη σχέση του πολίτη με το κράτος και την αγορά, διαμορφώνουν όρους ίσης πρόσβασης στα δημόσια αγαθά. Τον απαλλάσσουν από το άγος της συναλλαγής εμπεδώνοντας διαφάνεια και αξιοκρατία παντού. Κατοχυρώνουν την ανεμπόδιστη άσκηση των πολιτικών του δικαιωμάτων. Διασφαλίζουν μια άλλη πολύ καλύτερη ποιότητα στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Ένα ριζικά διαφορετικό πολιτικό σύστημα πιο αντιπροσωπευτικό, πιο δίκαιο, πιο διαφανές, πιο σύγχρονο. Μια διακυβέρνηση συμμετοχική, αποκεντρωμένη, προσαρμοσμένη στο νέο αναπτυξιακό πρότυπο που έχει ανάγκη η χώρα. Ένα κράτος διαφάνειας, ποιότητας, αξιοκρατίας και αποτελεσματικότητας.

Σε σχέση με αυτές τις αλλαγές επιλέξαμε κατ΄ αρχή δέκα πολύ συγκεκριμένα θέματα που αποτελούν αντικείμενο μακροχρόνιας συζήτησης αλλά και πεδίο αντιπαραθέσεων με επίκεντρο τη διαφάνεια, την αξιοκρατία, την αναβάθμιση των διαδικασιών αντιπροσώπευσης. Είναι θέματα για τα οποία το θεσμικό πλαίσιο αποδεικνύεται ατελές ή λειψό και ο έλεγχος αναποτελεσματικός.
Πιο συγκεκριμένα:
Το «πόθεν έσχες» κομμάτων και πολιτικών
Η χρηματοδότηση των κομμάτων
Η διαφάνεια στις κρατικές προμήθειες και τις μεγάλες δημόσιες συμβάσεις
Η διαφάνεια στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας
Η διαφάνεια στην άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας
Η αξιοκρατία στο Δημόσιο
Η σχέση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα
Τα δικαιώματα των μεταναστών
Η διοικητική αναδιάρθρωση της χώρας
Το εκλογικό σύστημα

Για την αντιμετώπιση τους υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις και προτάσεις. Στο πρόγραμμα μας σε πολλά απ΄ αυτά έχουμε διατυπώσει περισσότερο ή λιγότερο συγκεκριμένη θέση. Ωστόσο εμφανίζεται να παραμένουν ανοιχτά. Οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε χωρίς παρωπίδες και υστεροβουλία οριστικά και αμετάκλητα. Για να εμπεδώσουμε τη φυσιογνωμία μας, τις αρχές και τις αξίες του ΠΑΣΟΚ και να προτείνουμε λύσεις στο λαό. Λύσεις που θα δεσμεύουν τον τρόπο που θα κυβερνήσουμε τη χώρα και θα αναβαθμίσουμε την αυτονομία της πολιτικής από τα κάθε λογής συμφέροντα. Λύσεις που για μας καθίστανται επείγουσες προτεραιότητες.

Στο ερωτηματολόγιο που ακολουθεί δεν μας ενδιαφέρει απλώς μια συγκατάθεση των μελών και των φίλων του Κινήματος μας. Μας ενδιαφέρει πρωτίστως η επιλογή και η απόφαση τους, και γι΄ αυτό παραθέτουμε τις εναλλακτικές επιλογές. Έτσι και στην ουσία παίρνουμε θέση και επί του συγκεκριμένου αποφασίζουμε.

Εμείς είμαστε αποφασισμένοι να προχωρήσουμε. Να προτάξουμε τις μεγάλες αλλαγές στον τρόπο διακυβέρνησης και το πολιτικό σύστημα ως το κεντρικό ζήτημα της πορείας προς το Συνέδριο μας, αλλά και μετά απ’ αυτό. Να διατυπώσουμε τις προτάσεις μας με ευρύτερο διάλογο με το λαό. Να προχωρήσουμε σε ανοιχτό δημοψήφισμα για τα δέκα κρίσιμα ζητήματα από τη βάση μας, τα μέλη και τους φίλους μας. Και στο Συνέδριο θα δεσμευτούμε στην πλήρη εφαρμογή τους. Πάνω σ’ αυτές τις αλλαγές θα προσαρμοστεί η δομή και λειτουργία του ΠΑΣΟΚ και θα αποτελέσουν το συμβόλαιο επανίδρυσης και αναγέννησης του Κινήματος.

Για την αντιγραφή
Κ.Λ.

Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2008

ΚΕΙΜΕΝΟ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ ΠΟΛΙΤΩΝ ΧΟΛΑΡΓΟΥ - ΠΑΠΑΓΟΥ

ΧΟΛΑΡΓΟΣ 08 -01 - 2008
Αγαπητοί σύντροφοι,
Είμαστε μια ομάδα πολιτών στον Χολαργό και τον Παπάγου που αγωνιούμε για την εξέλιξη και την πορεία του ΠΑΣΟΚ αλλά και του τόπου.
Κατά κύριο λόγω προερχόμαστε από τις τάξεις του οργανωμένου ΠΑΣΟΚ αλλά και από άλλους χώρους της Αριστεράς ή των κοινωνικών κινημάτων.
Η επανεπιβεβαίωση της προεδρίας του ΠΑΣΟΚ στον Γιώργο Παπανδρέου με τον εντυπωσιακό, πρωτόγνωρο και δημοκρατικότατο τρόπο που επιτεύχθηκε πρόσφατα μας γέμισε ελπίδες ΓΙΑ ΕΝΑ ΝΕΟ ΞΕΚΊΝΗΜΑ , ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ της δημοκρατικής παράταξης αλλά και για ένα νικηφόρο εκλογικό αποτέλεσμα που θα φέρει ελπίδες στη κοινωνία για καλύτερες μέρες .
Το ζήτημα για εμάς είναι ότι αυτά , δεν θα έρθουν αυτόματα ,μόνα τους και ξαφνικά επειδή ψηφίστηκε για πρόεδρος ξανά ο Γιώργος Παπανδρέου.
Κάθε μέρα ,κάθε ώρα , κάθε ανακοίνωση, κάθε κίνηση θα σηματοδοτεί αυτήν την πορεία και θα δείχνει ξεκάθαρα ότι βαδίζουμε στην νέα ΑΛΛΑΓΗ.
Η πρώτη κίνηση θα έπρεπε να είναι το πώς και με ποιους θα συγκροτηθούν τα νέα όργανα του κινήματος, που θα οδηγήσουν το κόμμα στο συνέδριο του και στον επαναπροσδιορισμό της πολιτικής του ταυτότητας, που είναι και το πιο κρίσιμο σημείο αυτής της περιόδου.Θεωρούμε σημειολογικά αλλά και ουσιαστικά ότι η επιλογή των προσώπων αυτών (της κεντρικής οργανωτικής επιτροπής συνεδρίου) θα ανοίξει ή θα κλείσει αυτόν τον δρόμο, γιατί τα πρόσωπα αυτά θα κατορθώσουν ή δεν θα κατορθώσουν να δημιουργήσουν ένα προσυνεδριακό διάλογο και μία διαδικασία επιλογής συνέδρων τέτοια που να εγγυάται ότι το συνέδριο θα μας πάει σε νέους πολιτικούς δρόμους, θα θέσει τέρμα στις πολιτικές ασάφειες και θα ξεκαθαρίσει το τοπίο για προς τα που βαδίζει το ΠΑΣΟΚ.
Η επιλογή όμως αυτή πραγματοποιήθηκε δυστυχώς με ασαφείς & συνοπτικές διαδικασίες , σε επίπεδο κορυφής χωρίς να πείθει ότι το αποτέλεσμα των επιλογών διέπεται ( ικανοποιεί κάποια κριτήρια και παραμέτρους ) και χωρίς να δίνει εγγυήσεις ότι δεν θα ανοίξουν ξανά οι δρόμοι εσωκομματικής αμφισβήτησης , γεγονός που δεν συνάδει ούτε με τις Αρχές δημοκρατικής λειτουργίας του Κινήματός, πολύ δε περισσότερο με το μέχρι σήμερα προφίλ – ύφος – ήθος και Δημοκρατική ευαισθησία που διέπουν τον Πρόεδρό μας. Ως εκ τούτου, με κριτική στάση στα τεκταινόμενα & διάθεση ενίσχυσης της εσωτερικής διαλεκτικής σχέσης που θα πρέπει να διέπει τη «κορυφή - βάση» του κινήματός μας, διατυπώνουμε ευθέως αυτό που πραγματικά πιστεύουμε ότι θα έπρεπε να είχε συντελεστεί. ΣυγκεκριμέναΠροφίλ υποψηφίων :
Τα πρόσωπα που θα έπρεπε να επιλεγούν , θα έπρεπε να εξασφαλίζεται ότι διαθέτουν :
Εμπειρία κομματική και γνώση των διαδικασιών
Πολιτική άποψη ,στρατηγική και όραμα
Κοινωνική καταξίωση
Καθαρό και έντιμο παρελθόν
Προσφορά στον εθελοντισμό και στη Κοινωνία των πολιτών
Σημεία αιχμής :
Η επιλογή αυτή θα έπρεπε :
Να ενώνει και να μη διχάζει το κόμμα
Να δίνει μηνύματα στην κοινωνία του νέου αλλά και του δυναμικού πού έχει όραμα αλλά και γνώση και ουσία.
Να αξιοποιεί όλο το δυναμικό του ΠΑΣΟΚ (που θέλει να προσφέρει) ανεξάρτητα από το ποιόν πρόεδρο στήριξαν τα πρόσωπα αυτά στην τελευταία εσωτερική διαδικασία ανάδειξης προέδρου.
Να προστατεύει το κόμμα και την πορεία προς το συνέδριο από διαδικασίες προβολής – επιβολής ομάδων , στρατών και αρχηγίσκων με προσωπικές βλέψεις και στρατηγικές.
Να αποφεύγει τα λάθη του παρελθόντος ,δηλαδή δεν πρέπει να δίνει την εικόνα ότι στήνει μηχανισμούς κατάληψης της κομματικής εξουσίας σε αντικατάσταση των μηχανισμών που την έλεγχαν μέχρι σήμερα .
Να εξασφαλίζει ότι θα ακουστούν όλες οι απόψεις , να δημιουργηθεί ένας ουσιαστικός προσυνεδριακός πολιτικός διάλογος και να εκλεγούν αντικειμενικά και αξιοκρατικά οι αντιπρόσωποι - εκπρόσωποι του κόμματος στο συνέδριο , από τα μέλη και τους φίλους που θα συμμετάσχουν σε αυτήν την διαδικασία και όχι από κάποιες άλλες ..λίστες ή με κάποιους άλλους …τρόπους.
Επίσης η επιλογή αυτή θα έπρεπε να αποστασιοποιείται από πρόσωπα που προσβάλουν ή έχουν προσβάλει, ΠΟΥ ΠΡΟΚΑΛΟΥΝ Ή ΕΧΟΥΝ ΠΡΟΚΑΛΕΣΕΙ στο παρελθόν το συναίσθημα των μελών και φίλων του ΠΑΣΟΚ με την στάση τους και την δράση τους , είτε γενικά στην κοινωνία , είτε σε τοπικό επίπεδο
Για να εξασφαλιστεί αυτό, θα έπρεπε να ερωτηθούν –έστω και εκ των υστέρων - οι οργανώσεις και οι χώροι από τους οποίους προέρχεται και στους οποίους ανήκει κάθε σύντροφος που επιλέχθηκε και να εκφράσουν τις όποιες αντιρρήσεις τους, τεκμηριωμένα και συντεταγμένα. (Δεν έπρεπε η συγκρότηση των οργάνων να γίνει με ένα τρόπο που να φαίνεται ότι ο πρόεδρος αποφάσισε μόνος του ή με εισηγήσεις από ένα στενό περιβάλλον, και δεν έχει ληφθεί υπόψη η γνώμη της κοινωνίας και των Δημοτικών οργανώσεων)
Αυτές οι απόψεις και οι διαδικασίες πιστεύουμε ότι αν ακολουθούνταν θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην πραγματική αναγέννηση του ΠΑΣΟΚ αναβαθμίζοντας τον ρόλο του συντεταγμένου ανοιχτού κόμματος που έχει ελπίδες να απευθυνθεί ξανά στην κοινωνία με τρόπο, πολιτικό ,καθαρό ,ελκυστικό ,έντιμο και απελευθερωμένο από τα βαρίδια του παρελθόντος. Με αυτόν το τρόπο θα μπορούσε το κόμμα να αποκαταστήσει την χαμένη αμφίδρομη επικοινωνία του με την κοινωνία , να ακούσει ξανά τον πολίτη και να ακουστεί ξανά από αυτόν.
Η περιγραφή των διαδικασιών και των κριτηρίων επιλογής στελεχών για κάθε όργανο και για κάθε αξίωμα του κόμματος είναι ένα γενικό πλαίσιο αρχών και προσπαθεί να εξασφαλίσει την όσο το δυνατόν καλύτερη και πιο αξιόπιστη επιλογή , να προστατεύσει από πιθανότητα λαθεμένων επιλογών που θα στιγματίσει αρνητικά την πορεία και το πολιτικό έργο που καλείτε κάθε όργανο να παράγει.
Σίγουρα δεν υπάρχει συγκεκριμένος, μοναδικός, απόλυτα αντικειμενικός και αξιόπιστος τρόπος επιλογής και στελέχωσης οργάνων, ΣΊΓΟΥΡΑ ΣΕ ΚΑΘΕ ΕΠΙΛΟΓΉ ΜΠΟΡΟΎΝ ΝΑ ΓΙΝΟΥΝ ΚΑΙ ΛΑΘΗ , η διαδικασία αξιολόγησης των επιλογών δεν είναι ούτε δικαστική , ούτε αστυνομική υπόθεση , κάθε επιλογή προσώπου θα κριθεί και κρίνεται στην πορεία από το πολιτικό έργο που θα παράγει και από το πώς θα φέρει σε πέρας την αποστολή του και τελικά από το πώς θα εισπράξει η κοινωνία την συνεισφορά του, στο γενικότερο πολιτικό έργο που παράγει ένα κόμμα.
Η κριτική μας λοιπόν για την στελέχωση της κεντρικής οργανωτικής επιτροπής συνεδρίου δεν έχει να κάνει με κριτική στα πρόσωπα αλλά προσπαθεί να περιγράψει κάποιους τρόπους ,κάποιους κανόνες κάποιες διαδικασίες και αρχές που εξασφαλίζουν την επιτυχία στο έργο της .
Λειτουργώντας όμως σαν πλαίσιο και περιγραφή γενικών αρχών μας δίνει την αφορμή ( σε όσους πιστεύουν σε αυτές τις αρχές ) να συσπειρωθούμε και να αποτελέσουμε την απαρχή μιας ομάδας- πρωτοβουλίας ενεργών πολιτών , ενός νέου πολιτικοποιημένου πυρήνα πολιτών ,που ασπάζεται βασικές δημοκρατικές αρχές και θα συγκροτηθεί με βάσει αυτές τις αρχές. Στα πλαίσια αυτών των θέσεων και με την κριτική διάθεση που αποπνέει από την επώδυνη κομματική προσωπική εμπειρία του καθένα μας , οργανώνουμε μία ομάδα – πρωτοβουλία , ενεργών πολιτών και θέτουμε τους εαυτούς μας στην διάθεση του κόμματος ώστε να συμβάλλουμε σε ότι μας ζητηθεί .
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ :
Τα επόμενα βήματα μας είναι τα εξής :
ΠΡΩΤΟΝ
Θα κοινοποιήσουμε τις απόψεις μας αυτές στα αρμόδια όργανα του ΠΑΣΟΚ τον Γραμματέα Νίκο Αθανασάκη, τον Γραμματέα της Κ.Ο.Ε.Σ Χρήστο Πολυζωγόπουλο, την γραμματεία του περιφερειακού οργάνου της Αθήνας κ.λ.π . με την προσδοκία ότι θα ενημερωθεί και ο πρόεδρος του κόμματος / ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ Γεώργιος Α. Παπανδρέου.
Ο στόχος μας είναι:
α) Αυτές οι απόψεις να αξιοποιηθούν και να αποτελέσουν την αφορμή ώστε οι κινήσεις του επίσημου ΠΑΣΟΚ να γίνουν πιο αξιόπιστες προς όφελος της εικόνας του και
β) Να ανοίξει ένας διάλογος- μια διαδικασία αμφίδρομης επικοινωνίας - με την βάση και με ομάδες ενεργών πολιτών οι οποίες σήμερα αισθάνονται ότι δεν μετέχουν πουθενά και ότι το κόμμα δεν τους δίνει το δικαίωμα να εκφράσουν τις απόψεις τους, σύμφωνα με τις βασικές αρχές και προβλέψεις Δημοκρατικής Λειτουργίας του Κινήματος, όπως άλλωστε αυτές διατυπώνονται με σαφήνεια στο 2ο Κεφάλαιο του Καταστατικού.
ΔΕΥΤΕΡΟΝ
Θα γνωστοποιήσουμε τις απόψεις αυτές στο διαδίκτυο και στον τοπικό τύπο του Χολαργού και του Παπάγου, ώστε να προσελκύσουμε όσο το δυνατόν περισσότερους πολίτες που έχουν τους ίδιους προβληματισμούς με σκοπό να συνεργασθούμε στο μέλλον για να συγκροτήσουμε ένα μαζικό πυρήνα ενεργών πολιτών .
Η παρούσα «ζωντανή» επιστολή, θα διανεμηθεί στον τοπικό τύπο του Χολαργού & Παπάγου και στο Διαδίκτυο, ως έμπρακτη απόδειξη της ελευθερίας έκφρασης και εποικοδομητικής κριτικής που ασκείται από σκεπτόμενα μέλη / φίλους του ΠΑΣΟΚ.
Η παρούσα επιστολή, αποτελεί δείγμα γραφής των μελών / φίλων ενός κινήματος που εξακολουθεί να αναπνέει και να επιθυμεί να μάθει μέσα από τα λάθη ή τις όποιες υπαρκτές αδυναμίες του.
Η παρούσα επιστολή, λειτουργεί ως ένα είδους «μαθησιακού κειμένου» επί του οποίου αποτυπώνονται ειλικρινείς διαπιστώσεις, απαλλαγμένες από τη λογική του στρογγυλέματος και του στρουθοκαμηλισμού. Συντασσόμαστε και υποστηρίζουμε τις αρχές της Αυτό-οργάνωσης και οραματιζόμαστε τη συγκρότηση ομάδων ενεργών πολιτών με τους οποίους μπορούμε να ενώσουμε τη δύναμη της φωνής μας και να εκφράζουμε ελεύθερα και συντεταγμένα τις απόψεις μας. Οραματιζόμαστε τη προσέλκυση πολιτών που έχουν τους ίδιους προβληματισμούς με μας, ώστε να συνεργασθούμε στο μέλλον για να συγκροτήσουμε ένα μαζικό πυρήνα ενεργών πολιτών πουθα έχει άποψηθα έχει θέσειςθα τις εκφράζειθα διαλέγεται με την κοινωνία αλλά και με το κεντρικό κόμμα
Αν θέλει η ηγεσία του κόμματος μπορεί να ενισχύσει αυτήν την πρωτοβουλία μας , αλλά και κάθε πρωτοβουλία κριτικής παρέμβασης που προέρχεται από το χώρο της κοινωνίας και να την αξιοποιήσει ώστε να έχει ομάδες ενεργών πολιτών στο πλευρό του .
Αυτές οι ομάδες θα μπορούσαν να γίνουν ή να μετεξελιχθούν στις νέες τοπικές οργανώσεις του ΠΑΣΟΚ.
Οι σημερινές Δημοτικές Οργανώσεις κατά κανόνα παλαιοκομματικοί μηχανισμοί και οργανώσεις σφραγίδες , οι οποίες δεν κατάφεραν να εμπεδώσουν και να αναδείξουν τον νέο τους ρόλο σύμφωνα με τις ανάγκες των καιρών, πολύ δε περισσότερο σύμφωνα με τις προβλέψεις του ισχύοντος καταστατικού του κινήματός μας, προσφέρουν το απόλυτο τίποτα στην πολιτική αναγέννηση του ΠΑΣΟΚ, στην έκφραση ενός νέου ελκυστικού πολιτικού λόγου ,στην διαμόρφωση θέσεων και απόψεων χρήσιμων στην κοινωνία , που θα δίνουν διέξοδο στους πολίτες και θα οδηγούν την κοινωνία να απορρίψει την επώδυνη διακυβέρνηση της δεξιάς.
Με τη πείρα μας από την λειτουργία των Δημοτικών Οργανώσεων του Χολαργού και του Παπάγου, αλλά γνωρίζοντας τι συμβαίνει και αλλού, βλέπουμε ότι δεν έχουν οργανώσει καμία διαδικασία έκφρασης των πολιτών, δεν έχουν καμία απολύτως πολιτική λειτουργία εκτός από το να στήνουν και μάλιστα… πρόχειρα εκλογικούς μηχανισμούς υποστήριξης υποψηφίων για όποια αξιώματα (… οργανωτική μηχανή ) και σίγουρα έχουν δημιουργήσει και δημιουργούν έντονη αποστροφή των πολιτών προς το ΠΑΣΟΚ.
Το αποτέλεσμα αυτό έχει δημιουργηθεί παρά την φιλότιμη και σε αρκετές περιπτώσεις ηρωική προσπάθεια μεμονωμένων συντρόφων που προσπαθούν με όλες τους τις δυνάμεις αλλά δυστυχώς δεν έχουν αναστρέψει την συνολική εικόνα.
Αρνούμαστε τη λογική των διαμεσολαβητών που επικρατούσε και δυστυχώς επικρατεί μέχρι τώρα στο κόμμα.
Αρνούμαστε τη λογική ενός κόμματος -μηχανισμού βολέματος και οργανωτικής μηχανής.
Δεχόμαστε τη λογική ότι το κόμμα αποτελεί φορέα προσφοράς και προς αυτή τη κατεύθυνση αγωνιζόμαστε.

Για την αντιγραφή
Κ.Λ.

Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2008

Σιορ Διονύσης και Χατζιαβάτης...

Το τραγικό αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται η ελληνική κοινωνία τα τελευταία χρόνια, έχει την αφετηρία του στην συμμετοχή της στην ευρωπαϊκή ενοποίηση.
Είκοσι περίπου χρόνια μετά την είσοδό μας στην τότε ΕΟΚ, επί πρωθυπουργίας Σημίτη, κληθήκαμε πια στα σοβαρά, να μετάσχουμε στο στενό πυρήνα αυτής της ενοποίησης, που αν τελικά ολοκληρωθεί, θα αποτελεί το σημαντικότερο πολιτικό γεγονός στην ιστορία της Ευρώπης ανά τους αιώνες...

Η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ε.Ε. αποτελούσε επιλογή του πλέον προοδευτικού κομματιού της ελληνικής αστικής τάξης και φυσικά του εκσυγχρονιστικού ρεύματος, που κατ'εξοχήν εκπροσωπεί ο Κ. Σημίτης.
Δεν νομίζω όμως ότι ήταν επιλογή συνολικά του ελληνικού λαού.
(Όπως δεν νομίζω ότι ήταν επιλογή του λαού και η είσοδός μας στην ΕΟΚ).
Η συμμετοχή μας στον σκληρό πυρήνα της Ευρώπης μπορεί να έφερε και να φέρνει χειροπιαστά ωφέλη στην οικονομία μας, όμως σιγά -σιγά άρχισε να καταδεικνύει με τραγικό τρόπο τα ασυμμάζευτα χάλια του (ανατολίτικου) κράτους, την έλλειψη σύγχρονων θεσμών και - κυρίως - την παντελή έλλειψη ευρωπαϊκής κουλτούρας σε ένα μεγάλο (πλειοψηφικό) κομμάτι του ελληνικού λαού.
Οι όποιες - λίγες - αλλαγές προσπάθησε να επιφέρει στην οκταετία του ο Σημίτης προσέκρουσαν σε μια παγιωμένη με τα χρόνια αντίληψη για την εξουσία, το κράτος και την πολιτική που είναι - δυστυχώς - ευρύτατα διαδεδομένη και βαθύτατα ριζωμένη στη νοοτροπία του νεοέλληνα.

Η αντίληψη αυτή έχει ως θεμέλιά της:
α) Την ιστορική παρεξήγηση ότι το "κράτος" σαν θεσμός και σαν ζωντανός συνεκτικός δεσμός μιας κοινωνίας είναι ένα σύνολο εχθρικών επεμβάσεων στην παραδοσιάκη, "κλέφτικη" αντίληψη του νεοέλληνα. Μαθημένος για πάνω από τριακόσια χρόνια να ζει και να δημιουργεί μέσα στα πλαίσια ενός ανεκτικού, χαλαρού κρατικού μηχανισμού (αυτόν της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας),ουδέποτε συμβιβάστηκε με την ιδέα ότι, μετά την Απελευθέρωση θα πρέπει να δημιουργήσει το δικό του, σφιχτό και λειτουργικό κράτος που πιεστικά, αρχικά οι Βαυαροί και μετέπειτα οι Αγγλογάλλοι, τον πίεσαν να συγκροτήσει. Οι παντοειδείς έξωθεν επεμβάσεις σε ένα λαό που ποτέ του δεν "πρόλαβε" να εκπαιδευτεί πολιτικά, ανάμεσα σε συνεχείς συγκρούσεις, πολέμους και εθνικές ταλαιπωρίες δύο αιώνων, έφεραν ένα μίζερο αποτέλεσμα, μια κρατική συγκρότηση μιξοευρωπαϊκή - μιξοανατολίτικη, που βάσισε την επιρροή του στο "ρουσφέτι" και την υποκρισία.
β) Ο, θρησκευτικής επιρροής, ιδιότυπος κοινωνικός συντηρητισμός, που πηγάζει από την βαθύτερη ουσία της Ορθοδοξίας, του πλέον αποκομμένου και αυτόνομου κομματιού της συνολικής χριστιανικής κοινότητας.

Και για όσα χρόνια είχαμε την πολυτέλεια να συμμετέχουμε στην ΕΟΚ απολαμβάνοντας τα αναμφισβήτητα ωφέλη του "νέου, φτωχού συγγενή", τις επιδοτήσεις, τα Μ.Ο.Π. τα "πακέτα Ντελόρ" κλπ, χωρίς από την άλλη να εργαζόμαστε για τον αναγκαίο εκσυγχρονιαμό του κράτους, της οικονομίας και της κοινωνίας, όλα πήγαιναν καλά. Το ΠΑΣΟΚ που κυριάρχησε αυτή την περίοδο μπόρεσε και ανέδειξε νέες οικονομικές δυνάμεις, ανέβασε το οικονομικό επίπεδο των κατώτερων τάξεων και δημιούργησε αρκετές νέες υποδομές. Σήμερα μιλάμε για τα "χρυσά χρόνια του Ανδρέα", όμως είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι αν δεν είχαμε τα ωφέλη από τη συμμετοχή μας στην ΕΟΚ, τέτοια χρόνια δεν θα ζούσαμε ποτέ.

Η βαθύτερη αυτή συντηρητική νοοτροπία του νεοέλληνα μπόρεσε και συνδέθηκε αρμονικά με τη μεταπολιτευτική έκρηξη των νέων, αριστερών κινημάτων και κυρίως με τον ιδιότυπο "τρίτο δρόμο" του σοσιαλιστικού ΠΑΣΟΚ, μέσα από μια αιτιολογημένη αλλά υπερβολική "πατριωτική ρητορία". Η κατοπινή, ραγδαία εισβολή της παγκοσμιοποίησης ταμπόυρωσε πίσω από τους χοντρούς, αδιαπέραστους τοίχους του "πατριωτισμού" μας την συντριπτική πλειοψηφία ενός λαού που και πάλι δεν είχε προλάβει να συναντηθεί με τα σύγχρονα ρεύματα της οικονομίας και των κοινωνικών δομών της Ευρώπης. (Παρόλο ότι από την Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα ζούμε το πλέον ειρηνικό και δημιουργικό κομμάτι της ιστορίας του ελληνικού έθνους).

Ο ελληνικός λαός δοκίμασε, όχι χωρίς επιφυλάξεις και υποψία, τον εκσυγχρονιστικό δρόμο του Κ. Σημίτη, σε μια περίοδο όπου το πολιτικό κενό δεν του επέτρεπε άλλες επιλογές. Η χώρα βρέθηκε σχεδόν χωρίς να το καταλάβει στην "καρδιά" της Ευρώπης και το νόμισμά της άλλαξε κυριολεκτικά εν μια νυκτί, χωρίς αντιδράσεις, αλλά με μουρμούρες. Ο Σημίτης ήξερε ότι το θαύμα δεν κρατάει πολύ... Ενδιαφέρθηκε να θεμελιώσει τις - όσες - αλλαγές μπόρεσε να επιφέρει και αδιαφόρησε (η μάλλον παραιτήθηκε άδοξα) για μια πιο συγκροτημένη πολιτική. Το ΠΑΣΟΚ χρεώθηκε τις συνέπειες αυτής της πολιτικής, που δεν μπορούσε εκ των πραγμάτων να συνεχίσει. Και χρεώθηκε - αρχικά - τις αρνητικές συνέπειες, όπως συμβαίνει συνήθως στην ιστορία.Διαφθορά, διαπλοκή, επιδείνωση των οικονομικών μεγεθών και τα πρώτα ίχνη φτώχειας και αδιεξόδων για αρκετούς έλληνες, κυρίως μεγάλης ηλικίας και χαμηλής μόρφωσης.

Η επάνοδος στην εξουσία του άλλου κόμματος, της Ν.Δ., μοιραία σηματοδότησε την αντίδραση απέναντι στην πολιτική του εκσυγχρονισμού, εκφράζοντας έτσι, με τον πιο αυθεντικό τρόπο, τα τραγικά αδιέξοδα της ελληνικής κοινωνίας.
Στα λόγια και στις εμφανείς προθέσεις η Ν.Δ. υποκρίνεται την "ευρωπαϊκή" παράταξη. Κοκορεύεται σε κάθε ευκαιρία ότι "την Ελλάδα έβαλε στην ΕΟΚ ο Κ.Καραμανλής", αλλά στην ουσία υποκλίνεται με ανακούφιση στη νεοελληνική ασυναρτησία...
Ο Καραμανλής, σαν άλλος καραγκιοζοπαίχτης, εμφανίζει στη σκηνή πότε τη σκιά του "Σιορ Διονύση", πότε του "Χατζιαβάτη", προσπαθώντας απλά να παρατείνει την παραμονή στην εξουσία μιας παράταξης που δυστυχώς για όλους, ήρθε να κυβερνήσει χωρίς ίχνος οράματος και συγκροτημένη πολιτική.
Η "λαϊκή δεξιά", κι οι "νεοφιλελεύθεροι", συνωθούνται φύρδην - μύγδην στην κυβέρνηση και με μοναδικό μπούσουλα τους δημοσκόπους, υποκρίνονται ότι μας κυβερνούν, ενώ εμείς παριστάνουμε ότι τους πιστεύουμε. Το μοιραίο αποτέλεσμα της κρίσης σε τλικό στάδιο, είναι η (πολιτική) αφασία...

Κι όλα αυτά στην πιο κρίσιμη περίοδο της ευρωπαϊκής ενοποίησης... Σε κάθε βήμα της, η κυβέρνηση, όποτε θυμάται ότι κάτι πρέπει επιτέλους να κάνει, πέφτει μοιραία και αναπότρεπτα πάνω σε αξεπέραστα εμπόδια. Κάθε της βήμα ανακαλύπτει κι έναν απαρχαιωμένο θεσμό, ένα "δουκάτο της διαφθοράς", ένα μικρό "βασίλειο της λαμογιάς", του νεοέλληνα. Είναι να γελάει κανείς παρακολουθώντας έναν "εσμό λαμόγιων" να προσπαθεί να κυβερνήσει ένα "λαό λαμόγιων" και τελικά να μη μπορεί να το καταφέρει, για τον απλούστατο λόγο ότι τώρα πια......δεν είμαστε καθόλου μόνοι!

Ο Κ. Σημίτης θα πρέπει να κρυφογελάει με τα παθήματα του "εσμού" αυτού, που παριστάνει το πολιτικό κόμμα. Μπορεί να μην μπόρεσε να ολοκληρώσει τις αλλαγές που περιλάμβανε στο δικό του, εκσυγχρονιστικό πρόγραμμα, αλλά όσες κατάφερε να "περάσει", λειτουργούν σήμερα σαν τεράστιες, ασφυκτικές λαβίδες απέναντι σε όποια άτακτη απόπειρα πισωγυρίσματος επιχειρεί μέσα στην απόγνωσή της η Ν.Δ.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει πρωτεύοντα λόγο τώρα πια στο περιεχόμενο της εσωτερικής νομοθεσίας, το οποίο πρέπει ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ να εναρμονίζεται με την ευρωπαϊκή νομοθεσία, σε πολύ μεγάλο μέρος του συνολικού νομοθετικού έργου που παράγουν τα σύγχρονα ευρωπαϊκά κοινοβούλια.
Οι ευρωπαίοι τώρα πια δεν αστειεύονται. Κυβερνούν. Μας κυβερνούν...

Είναι πιστεύω απλά, θέμα χρόνου...
Η ελληνική κοινωνία έχει δύο μόνο επιλογές:
1. Να παραμείνει στην Ε.Ε και να εκσυγχρονιστεί
2. Να φύγει από την Ε.Ε και να αναζητήσει την τύχη της στο ενδιαφέρον διεθνές περιβάλλον της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.

Κι επειδή η δεύτερη επιλογή αποκλείεται για προφανείς λόγους, απομένει η πρώτη.

Είμαστε καταδικασμένοι από τα πράγματα κάποια στιγμή, να ορθολογικοποιήσουμε τις επιλογές μας. Όσο κι αν αντιστέκεται η ελληνική κοινωνία, κάποτε θα πρέπει να στρέψει το βλέμμα σε όσα γίνονται προς τα δυτικά της, εκεί όπου (αναγκαστικά) ανήκει...Αυτό φυσικά δεν μπορεί - και δεν θέλει - να το κάνει η Ν.Δ.

Κάποιοι στον πανικό τους και στην απόγνωσή τους, βλέποντας το έδαφος πάνω στο οποίο έκτιζαν όλα αυτά τα χρόνια τις (οικονομικές) αυτοκρατορίες τους, να κινείται, ωθούνται προς λάθρες πολιτικές μεθοδεύεις που αν επιτευχθούν θα περιπλέξουν ακόμα περισσότερο την ήδη πλέον τραγική κατάσταση.Τι απομένει;

Μα, τι άλλο; Το ΠΑΣΟΚ...Αυτό το γνωρίζει ο Παπανδρέου πολύ καλά. Ξέρει ότι αυτός εκπροσωπεί στη χώρα μας το δυτικό της μέλλον (ο ίδιος μάλιστα επιλέγει να εκπροσωπεί το πλέον προοδευτικό κομμάτι της δυτικής κουλτούρας στη χώρα μας).
Ξέρει ότι αργά ή γρήγορα θα κληθεί να κυβερνήσει. Το ζήτημα είναι πόσο γρήγορα θα συμβεί αυτό.
Το σίγουρο επίσης είναι ότι για να συμβεί αυτό, θα πρέπει η κοινωνία μας να "πιάσει πάτο".
Και δε νομίζω ότι - τώρα πια - απέχει πολύ από αυτό...

Κ.Λ.

Σάββατο 12 Ιανουαρίου 2008

Α. Παπαχελάς: Για τα Μ.Μ.Ε. Έχει ενδιαφέρον...

ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Τα τελευταία χρόνια έχει παγιωθεί ένα τεράστιο χάσμα ανάμεσα στην εικόνα που προβάλλουν τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης της χώρας και τις απόψεις του μέσου Ελληνα πολίτη. Αν κάποιος έπαιρνε στα σοβαρά την κυρίαρχη άποψη των καναλιών, για παράδειγμα, ο Κώστας Καραμανλής θα παρέμενε «κλώνος» όπως τον ήθελαν κάποιοι και όχι πρωθυπουργός για δεύτερη φορά, το σκάνδαλο των ομολόγων θα είχε ρίξει την κυβέρνηση τρεις και τέσσερις φορές και ο Ευάγγελος Βενιζέλος θα ήταν τώρα αδιαμφισβήτητος ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Το ερώτημα είναι γιατί είναι πλέον τόσο μικρός, σχετικά, ο αντίκτυπος των ΜΜΕ, έστω κι αν δεν το έχουν καταλάβει οι υπουργοί που κυνηγούν το παραπολιτικό με την απόχη και τρέχουν στους γάμους των ανιψιών των τριτοκλασάτων «εκδοτών». Πρώτα απ’ όλα πέρασε η εποχή της ηγεμονίας των πάλαι ποτέ ισχυρών κέντρων εξουσίας του Τύπου. Το τι γράφει τώρα μια εφημερίδα που κάποτε υποτίθεται ότι ανεβοκατέβαζε κυβερνήσεις έχει την ίδια σημασία με το τι γράφει ένα σκανδαλοθηρικό ταμπλόιντ, ένα αποκαλυπτικό blog ή μια ζουγκλοειδής εκπομπή. Αυτό φάνηκε με τον πιο καθαρό τρόπο με την υπόθεση Βενιζέλου έστω κι αν κάποιοι συνεχίζουν με έπαρση να επιχειρούν να επιβάλουν τις απόψεις τους, θυμίζοντας τους ξεπεσμένους λόρδους της βρετανικής αυτοκρατορίας μετά τον Πόλεμο...
Το επικοινωνιακό τοπίο έχει γίνει ένα τεράστιο μπλέντερ που χωνεύει και μπερδεύει τα πάντα. Ενα δεύτερο, σημαντικό στοιχείο, είναι ότι ο κόσμος είναι πια ψαγμένος. Λίγο το Ιντερνετ, λίγο τα περιθωριακά έντυπα, ο κόσμος ξέρει να μυρίζεται τι κρύβεται πίσω από ένα πρωτοσέλιδο, αν δηλαδή πίσω από τη γραμμή της εφημερίδας κάποιος επιχειρεί να πουλήσει τάπερ ή και (γιατί όχι) μαχητικά αεροσκάφη. Παλιότερα ο μέσος αναγνώστης είχε υποψίες, τώρα πια τη βεβαιότητα πως παίζονται παιχνίδια στην πλάτη των πρωτοσέλιδων τίτλων ορισμένων εφημερίδων.
Υπάρχει όμως και κάτι ακόμη. Η καφενοποίηση των τηλεοπτικών δελτίων τα στράγγιξε απ’ όση εγκυρότητα και επιρροή είχαν. Αυτό φαίνεται από το κοινό τους και το γεγονός πως κάποια τηλεπριμαντόνα μπορεί να ουρλιάζει κάθε βράδυ για μήνες χωρίς κανείς να συγκινείται, απλά μερικοί δεν αντιστέκονται και φωνάζουν «κλείστο γιατί μας κούρασες». Είναι τόση η υπερβολή, η ακρισία και εκείνο το απελπιστικό ύφος που βομβαρδίζει τον τηλεθεατή κάθε βράδυ, που στο τέλος παρακολουθεί το θέαμα απλά για να γελάει ή για να τσαντίζεται και να έχει κάτι να πει το βράδυ στην παρέα του.
Το κακό είναι πως αυτό το επικοινωνιακό τοπίο βολεύει τη μετριότητα γιατί ασχολείται με τα μικρά και πνίγει τα μεγάλα. Καλλιεργεί μια πολιτική αφασία στη χώρα και μετατρέπει το πολιτικό σκηνικό είτε σε επιθεώρηση είτε σε φτηνή τραγωδία, ανάλογα με την περίσταση. Πριμοδοτεί τους γραφικούς και τους ατακαδόρους σε βάρος όσων έχουν τον περιζήτητο κοινό νου ή απλά στέρεο πολιτικό λόγο. Τα ΜΜΕ είναι σήμερα ένα μεγάλο πρόβλημα στη χώρα μας και δεν αρκεί βεβαίως να μένουμε σ’ εκείνο το μίζερο «μα αυτά θέλει ο κόσμος». Ο κόσμος θέλει αυτά για να διασκεδάζει ίσως, αλλά το βέβαιο είναι ότι τελευταία δεν αποφασίζει με βάση το πιο πρόσφατο τηλεοπτικό σκετς ή την υστερική επιταγή ενός μεγαλοδημοσιογράφου. Και αυτό είναι ένα πρώτο δείγμα υγείας...

(Για την αντιγραφή Κ.Λ.)

Χρήστος Γιανναράς: Για τον Καραμανλή... (αξίζει τον κόπο...)

Απο την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Πρέπει να έχει πια γίνει φανερό σε κάθε επαρκούς νοημοσύνης Ελληνα: Η αχίλλειος πτέρνα του σημερινού πρωθυπουργού είναι οι αξιολογήσεις του, η από μέρους του εκτίμηση της ανθρώπινης ποιότητας.
Εχει τάσεις αυτοκαταστροφικές στην πρόκριση των συνεργατών του. Μέσα σε τέσσερα χρόνια ο αριθμός των σκανδάλων που προκάλεσαν πρόσωπα της επιλογής του αποτελεί ρεκόρ μετά πατάγου. Και πιο κραυγαλέα είναι τα σκάνδαλα της ανικανότητας παρά της διαφθοράς. Παρ’ όλο που οι ολέθριες επιπτώσεις της ανικανότητας δεν έχουν για τα ΜΜΕ φαντασμαγορικό ενδιαφέρον.
Τα αίτια της μοιραίας αυτής αδυναμίας του πρωθυπουργού θα μπορούσε να τα εξιχνιάσει μόνο έμπειρος, απροκατάληπτος μελετητής, με δυνατότητες άμεσης πρόσβασης στη διαδρομή του ιδιωτικού του βίου και μακρών μαζί του συζητήσεων. Από υπαινιγμούς του Τύπου έχουμε οι πολίτες την εικόνα ενός μάλλον άφιλου ανθρώπου, ευγενικού, αξιοπρεπούς, αλλά αμυντικά κλειστού. Δεν μοιάζει να εμπιστεύεται σκέψεις και απόψεις του, σίγουρα θεωρεί επικίνδυνο να εξωτερικεύσει ερωτήματα και αβεβαιότητες, πρέπει να έχει νεκρώσει πολύ έγκαιρα τις ευαισθησίες του και να μην αρέσκεται σε θεωρητικούς προβληματισμούς. Λέγεται ότι οι κοινωνικές αναστροφές του περιορίζονται σε λαϊκότροπες ψυχαγωγικές εκτονώσεις και μόνο.
Για να αναλύσουμε την έκδηλη αποτυχία του στην εκτίμηση της ανθρώπινης ποιότητας δεν έχουμε παρά τα κριτήρια που διαφαίνονται στις επιλογές του. Και τα κριτήρια αυτά, με δεδομένη την ηλικία του και την κατάρτισή του, εκπλήσσουν: είναι σε απίστευτο βαθμό αναχρονιστικά, φοβοπαθή και τελικώς αυτοκαταστροφικά. Επιλέγει τους επιτελείς του και τα στελέχη που θα ασκήσουν την πολιτική του αποβλέποντας (ολοφάνερα) όχι στις λειτουργικές ανάγκες, αλλά μόνο σε ενδοκομματικές σκοπιμότητες. Ωσάν να μην τον ενδιαφέρει να χρησιμοποιήσει ανθρώπους ικανούς και προετοιμασμένους για τις απαιτήσεις του έργου που αναλαμβάνουν, να μην τον απασχολεί η ανάγκη να συντελεστεί έργο, να πραγματωθούν στόχοι. Οι επιλογές του δείχνουν να θέλει μονο να βολέψει εσωκομματικές απαιτήσεις και υποχρεώσεις, να εξασφαλίσει τον έλεγχο του κόμματος μοιράζοντας μικροφέουδα εξουσίας.
Εχουν χιλιογραφεί αυτές οι διαπιστώσεις. Υστερα από την εικοσάχρονη λοιμική του σοσιαλεπώνυμου αμοραλισμού και του «συνασπισμένου» μηδενισμού, ανέλαβε να «επανιδρύσει» το διαλυμένο κράτος ο σημερινός πρωθυπουργός με κριτήριο επιλογής των επιτελών του προσωπικούς του δεσμούς κομματικούς και συγγενικούς. Υπουργεία, διοικήσεις δημόσιων οργανισμών, θέσεις κεντρικής σημασίας για τη λειτουργία του κράτους και την ανασύσταση κοινωνικής συνείδησης προσφέρθηκαν σε πρόσωπα προκλητικής έως και κωμικής ανικανότητας ή κραυγαλέας μετριότητας μόνο γιατί αυτά βρέθηκαν συμπτωματικά στο πρωθυπουργικό «περιβάλλον».
Ακόμα και οι κρισιμότεροι τομείς: η εξωτερική πολιτική και η οικονομία αποδείχθηκαν πεδία συμβιβασμού με φτηνά κριτήρια αναχρονιστικού επαρχιωτισμού. Ωσάν να έχει εκλείψει όχι μόνο κάθε αίσθηση κοινωνικής ευθύνης, όχι μόνο η συνείδηση ιστορικής και πολιτισμικής αξιοπρέπειας μιας ολόκληρης κοινωνίας, αλλά μοιάζουν χαμένα και τα αντανακλαστικά πολιτικής αυτοσυντήρησης του κεντρικού διαχειριστή της εξουσίας, κάθε προσωπική του φιλοδοξία δημιουργίας και υστεροφημίας.
Κοντολογίς πολιτεύεται ο σημερινός πρωθυπουργός με νοοτροπία και πρακτικές που ακόμα και πριν από μισό αιώνα ο περιώνυμος θείος του είχε με εκπλήσσουσα τότε τόλμη αποποιηθεί. Δεν διέθετε μεταπτυχιακές σπουδές και διδακτορικό στην Αμερική ο διάσημος πρόγονος, ήξερε όμως (πρώτη αυτός γενιά μετοικεσίας από το χωριό στην πρωτεύουσα) να οσμίζεται την ποιότητα: Επέλεγε για συνεργάτες του προσωπικότητες όπως ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο Κωνσταντίνος Τρυπάνης, ο Δημήτρης Πικιώνης, συναναστρεφόταν τον Δημήτρη Χορν, τον Αλέξη Μινωτή, τον Μάνο Χατζηδάκι, τον Νίκο Πολίτη. Δεν φοβόταν την ανθρώπινη ποιότητα, γιατί είχε ο ίδιος μεγάλες γόνιμες φιλοδοξίες, καίριους δυσκατόρθωτους στόχους. Και οι φιλοδοξίες απαιτούν συνεργάτες και συνομιλητές με ανάστημα, ενώ οι κοντόφθαλμες «βελτιώσεις» που υπαγορεύει η διαχειριστική ατολμία βολεύονται με ανθρωπάκια και φιλαράκια.Αλλο πράγμα ο ηγέτης, άλλο ο γλίσχρος διανεμητής αξιωμάτων. Ο ηγέτης έχει στόχους, πείσμα, ξεχωρίζει τα ουσιώδη από τα επουσιώδη, τα καίρια από τα περιθωριακά. Οταν θέλει να ξαναστήσει πανεπιστήμια στη χώρα τολμάει τομές, έστω και αν οι συντεχνίες των συμφερόντων επιμείνουν δύο και τρία χρόνια σε γκαγκστερικές «καταλήψεις». Οταν θέλει ο ηγέτης να λύσει το ασφαλιστικό, δεν γελοιοποιείται μαγειρεύοντας «διαλόγους» της κρατικής ανειλικρίνειας με τις συντεχνιακές δολιότητες, αλλά επιστρατεύει την κορυφαία ποιότητα των ειδικών και θέτει σε δημοψήφισμα τις προτάσεις της.
Ο ηγέτης μπορεί να ξεχωρίζει την πολιτική από τη μικρομπακαλική, γι’ αυτό και η τόλμη των φιλοδοξιών του φτάνει ώς τη λεπτομέρεια – ακριβώς επειδή αφορά στα καίρια και ουσιώδη. Δεν είναι ηγέτης αυτός που στέλνει θλιβερά κομματανθρωπάκια να εκπροσωπήσουν την ευθύνη της ελληνικότητας στο Ευρωκοινοβούλιο ή στελεχώνει την κυβερνητική πολιτική στην παιδεία, στη διπλωματία, στον πολιτισμό με προκλητικούς για την ευαισθησία των ψηφοφόρων του προπαγανδιστές απάτριδος «εκσυγχρονισμού».
Κάποιες δημοσκοπήσεις από καιρό σε καιρό (όπως η τελευταία της «Καθημερινής» στις 30.12.2007) κραυγάζουν την αντίθεση της κοινωνικής πλειοψηφίας στην κυβερνητική πολιτική που αδιαφορεί για τη συλλογική αξιοπρέπεια και τον αυτοσεβασμό των Ελλήνων. Αλλά η μετρημένη σε αριθμούς αντίθεση δεν ακυρώνει τον στρουθοκαμηλισμό, δεν προκαλεί την κυβέρνηση να τολμήσει ειδικότερη απογραφή της διαφαινόμενης απόγνωσης και οργής των ψηφοφόρων που την έφεραν στην εξουσία. Να πληροφορηθεί με αριθμούς και ο πρωθυπουργός αν την εξουσία την οφείλει στο αναμφισβήτητο ρητορικό του ταλέντο και στη λαϊκίστικη κενολογία των επαγγελιών του ή μήπως την οφείλει μόνο στη δραματική (κωμικοτραγική) ολιγότητα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης και στον νωπό εφιάλτη της εικοσάχρονης μηδενιστικής λοιμικής, της σοσιαλεπώνυμης.
Αυτό που μάλλον δεν συγχωρούν οι απεγνωσμένοι και οργισμένοι ψηφοφόροι, είναι ο εκπασοκισμός του κυβερνώντος σήμερα κόμματος. Τον κληρονόμησε η σημερινή ηγεσία, αλλά και συνεπέστατα τον υιοθέτησε, τον συνέχισε, τον προήγαγε.
Το καίριο ιστορικό της ατόπημα είναι ότι εξάλειψε έτσι από την ελληνική κοινωνία την ελπίδα εναλλακτικής πολιτικής αντιπρότασης στον ακκιζόμενο σαν «προοδευτικό» αμοραλισμό και μηδενισμό. Δεν έχει αντιπρόταση η ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος, γι’ αυτό δεν έχει και κριτήρια αξιολόγησης της ανθρώπινης ποιότητας. Ομως, το ενδεχόμενο αλλαγής των κομματικών ηγεσιών το διαχειρίζονται σήμερα πια τα τηλεοπτικά κανάλια, η θεαματικότητα του χαβαλέ. Είδαμε κιόλας θριαμβικά επικρατέστερο υποψήφιο αρχηγό της «συνασπισμένης» τού καριερισμού συντεχνίας τον εκλεκτό τού Αλ Τσαντίρ. Η δικτατορία της επιβολής εντυπώσεων.

(Για την αντιγραφή Κ.Λ.)